Διαβάζω τελευταία ένα βιβλίο, μέρος μιας τριλογίας, ενός πολύ καλού Ισπανού συγγραφέα, του Xavier Marias, που δεν τον γνώριζα και ήταν μια αποκάλυψη για μένα. Θα γράψω τις εντυπώσεις μου, όταν τελειώσω με το καλό το βιβλίο, αλλά συχνά-πυκνά μερικά σημεία με εντυπωσιάζουν. Παραθέτω-σε δική μου πρόχειρη μετάφραση- ένα από αυτά, όπου απαντά σε μια ερώτηση του γιού του, γιατί δεν θέλησε ποτέ να εκδικηθεί ένα παιδικό του φίλο, ο οποίος τον κατηγόρησε άδικα και τον έστειλε μάλιστα στη φυλακή. Θα μπορούσε να είχε μάλιστα χάσει και τη ζωή του, αφού μιλάμε για την εποχή της επικράτησης του Φράνκο μετά τον ισπανικό εμφύλιο.
"Μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να συγχωρήσουν τό ότι τους συμπεριφέρθηκες με ευπρέπεια, που τους ήσουν αφοσιωμένος, που τους υπερασπίστηκες και τους υποστήριξες, ας μην πω μάλιστα που τους έκανες κάποια χάρη η τους έβγαλες από κάποια δύσκολη θέση, που σε κάποιες περιπτώσεις θα μπορούσε να σου στοιχίσει ακόμα και τη ζωή σου. Δίνουν την εντύπωση ότι νοιώθουν ταπεινωμένοι, που υπήρξαν το αντικείμενο της συμπάθειας και των αγαθών προθέσεων κάποιου ή ίσως σκέφτονται ότι αυτό υπονοεί κάποιου βαθμού περιφρόνηση προς το πρόσωπό τους, είναι σαν να μην μπορούν να νοιώσουν υποχρεωμένοι σε κάποιον, ακόμα κι αν η υποχρέωση είναι στη φαντασία τους ή να έχουν την ανάγκη να νοιώθουν ευγνώμωνες. Όχι ότι θα ηθελαν βέβαια να τους έχεις φερθεί διαφορετικά, όχι, για όνομα του Θεού, είναι πάντοτε εξαιρετικά ανασφαλείς. Δεν θα μπορούσαν με τίποτα να σου το συγχωρήσουν, αν τους φερόσουν άσχημα ή με έλλειψη αφοσίωσης, αν δεν τους έκανες το χατίρι και τους άφηνες στην τύχη τους.
Κάποιοι άνθρωποι είναι απλά ανυπόφοροι και το μόνο λογικό πράγμα είναι να αποσυρθείς από την παρουσία τους και να τους κρατήσεις σε απόσταση και να μην τους αφήνεις να έρχονται κοντά σου για καλό ή για κακό ή να βασίζονται σε σένα για οτιδήποτε, δηλαδή πολύ απλά να πάψεις να υπάρχεις γι' αυτούς. Αυτό είναι βέβαια το ιδανικό. Το ατύχημα είναι ότι δεν μπορείς να γίνεις αόρατος απλά με τη δύναμη της θέλησης ή με την δική σου επιλογή μόνο."
Και σε άλλο σημείο, για το ίδιο θέμα: "Πρέπει να καταλάβεις, ότι αν προσπαθούσα να τον εκδικηθώ, αυτό απλά θα σήμαινε ότι έπρεπε να χάσω εξ αιτίας του κι άλλο από το χρόνο μου και θεωρώ ότι αυτοί οι μήνες που έχασα στη φυλακή ήταν αρκετοί για μένα"
Έρχονται κάποιες στιγμές που δεν ξέρω αν κάποιος πρέπει να οργιστεί με τον Αλέξη Τσίπρα ή να τον λυπηθεί. Δεν ξέρω αν είναι θύμα των συμβούλων του, των λογογράφων του ΣΥΡΙΖΑ ή τραβάει μόνος το δρόμο. Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι είναι ένας νέος πολιτικός, που οι συνθήκες έριξαν στους ώμους του το ρόλο του αρχηγού της μείζονος αντιπολίτευσης, δίχως δυστυχώς να τον αντέχει. Αφήνω κατά μέρος τις παλινωδίες για το εθνικό νόμισμα, τις αμετροέπειες (τελευταίο δείγμα αντιπολιτευτικού λόγου ήταν ο χαρακτηρισμός της κυβέρνησης ως «καρπαζοεισπράκτορα» της τρόικας). Τον κατανοώ. Ένα μέρος του κόσμου αρέσκεται στη διατύπωση νεφελωμάτων και σε επίθετα και χαρακτηρισμούς που λίγη σχέση έχουν με την πολιτική. Αλλά το παιχνίδι του ανορθολογισμού και ασύστατων κατηγοριών κατά πάντων έχει τα όριά του.
Υποθέτω, λοιπόν, ότι ή με τον Στρατούλη θα μίλησε ή με κάποιο Φωτόπουλο των σιδηροδρομικών, πριν συναντηθεί με τους εργαζομένους του ΟΣΕ, όπου μεταξύ άλλων είπε και το μνημειώδες: "… Τα ισχυρά λόμπι των ξένων αυτοκινητοβιομηχανιών επιχείρησαν να διατηρήσουν ισχνό το σιδηροδρομικό δίκτυο στη χώρα μας, προκειμένου να είναι μια ιδιαίτερη κερδοφόρος αγορά ή αγορά του αυτοκινήτου"…
Εδώ η μόνη δικαιολογία που χωράει είναι ότι πήγε καθυστερημένα στη συγκέντρωση, κάποιος του έδωσε ένα χαρτί κι άρχισε βιαστικά να διαβάζει… Τι είπε, με άλλα λόγια, ο Αλέξης Τσίπρας; Οτι τα γεράκια της Φορντ, της Όπελ, της Μερσεντές, της Τογιότα, της Φίατ, της Χόντα, της Φόλκσβάγκεν και άλλων άθλιων, έστησαν μια συνομωσία παγκοσμίων διαστάσεων, με σκοπό να χτυπήσουν την ανάπτυξη του ΟΣΕ, ώστε να πουλήσουν περισσότερα αυτοκίνητα στην τεράστια αγορά της Ελλάδας!
Τα τρανταχτά γέλια θα ήταν επιτρεπτά αν αυτός που έκανε τη φοβερή αποκάλυψη δεν ήταν ο αρχηγός του δεύτερου σε δύναμη κόμματος στη χώρα. Πώς στήθηκε αυτός ο μηχανισμός; Με ποια σχέδια κινήθηκε, με ποιες δόλιες πρακτικές; Ελάτε τώρα, αυτά είναι λεπτομέρειες. Και γιατί δεν ξεκίνησαν αυτές οι λάμιες της αγοράς το σατανικό σχέδιο από τις χώρες τους, με τους εκατοντάδες εκατομμύρια εν δυνάμει αγοραστές αυτοκινήτων; Γιατί άφησαν τη γαλλική SNCF, την ιαπωνική JR, τη γερμανική DB, την αγγλική NR και άλλες σιδηροδρομικές εταιρείες να αποτελούν την κύρια δύναμη της συγκοινωνιακής εξυπηρέτησης με άψογες υπηρεσίες για το κοινό;
Ειλικρινά πιστεύω ότι σ’ αυτή την περίπτωση ο Αλέξης Τσίπρας μας έσπρωξε στις ράγες. Δεν αντέχεται τέτοιος ευτελισμός της ίδιας της δημαγωγίας!
(Μια μικρή παρένθεση: Προφανώς, για την ανάπτυξη του ΟΣΕ, η αμοιβή ενός εργαζομένου δίχως ιδιαίτερη εξειδίκευση ήταν, περίπου, τριπλάσια από τον μισθό καθηγητή Πανεπιστημίου. Και, για το καλό του Οργανισμού, το ωράριο κάποιων εργαζομένων άρχιζε την ώρα που ξεκινούσαν από το σπίτι τους!)
Από την έγκριτη Καθημερινή σε επώνυμο άρθρο: Δημοσιονομικό όφελος 705.855 ευρώ προκύπτει από τη διαγραφή των συνταξιούχων που έχουν αποβιώσει αλλά συνέχιζαν να λαμβάνουν τη σύνταξή τους.
Προφανώς υπάρχουν έξοδα και στην άλλη ζωή! Αλλά αυτό το "συνέχιζαν να λαμβάνουν τη σύνταξή τους", κάπως λειψό (ως σύνταξη) μου ακούγεται!
Δεν διευκρινίζεται δηλαδή αν την εισέπραταν ως "ζόμπι" στον εδώ κόσμο ή αν πήγαιναν στα υποκαταστήματα των τραπεζών του Παραδείσου και της Κόλασης.
Ομολογώ ότι ο Άγγλος συγγραφέας Ian McEwan με έχει κερδίσει και νομίζω ότι είναι ο καλύτερος από τους εν ζωή συμπατριώτες του.
Η ιστορία του αυτή φαίνεται ότι έχει περισσότερα αυτοβιογραφικά στοιχεία, αφού οι ομοιότητες του Τομ, του ενός από τα δύο άκρα του κύριου ερωτικού δίπολου του έργου, με στοιχεία της βιογραφίας του ίδιου του δημιουργού, δεν είναι αμελητέες.
Η Σερένα είναι βέβαια η κύρια πρωταγωνίστρια της ιστορίας και αυτή, που φαινομενικά τουλάχιστον τη διηγείται. Λέω φαινομενικά, επειδή στο τέλος ο συγγραφέας δημιουργεί μια εξαιρετικά έξυπνη "σύγχυση" για το πρόσωπο του αφηγητή.
Η υπόθεση εκτυλίσσεται στις αρχές της δεκαετίας του 70 και χαρακτηρίζεται, όπως όλα τα έργα του McEwan, από εντυπωσιακή ιστορική ακρίβεια κατά την περιγραφή των περιστάσεων της εποχής. Τουλάχιστον αυτό καταλαβαίνω εγώ, που βέβαια δεν ζούσα τότε στη Μεγάλη Βρεττανία.
Η πρωταγωνίστρια είναι μια όμορφη και ιδιαίτερα έξυπνη κοπέλα, που μετά από μια δυνατή σχέση με ένα μεγαλύτερο και πολύ αξιόλογο άνθρωπο μπαίνει στις μυστικές υπηρεσίες της χώρας της. Και τότε της ανατίθεται μια ενδιαφέρουσα αποστολή. Να προσεγγίσει ένα ταλαντούχο νέο συγγραφέα και να τον στρατολογήσει, χωρίς εκείνος να το ξέρει, στον αγώνα δυσφήμησης των Σοβιετικών και της κομμουνιστικής ιδεολογίας (μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στην ακμή του ψυχρού πολέμου).
Δεν θα μπω σε άλλες λεπτομέρειες για την ιστορία. Αρκεί να πω, ότι όπως σε όλα σχεδόν τα έργα του συγκεκριμένου συγγραφέα, η πλοκή χαρακτηρίζεται από ισχυρές ανατροπές και εκπλήξεις.
Αυτό το στοιχείο και η μαεστρία του στη χρήση της γλώσσας εγγυώνται μια απολαυστική ανάγνωση. Άλλωστε τι άλλο πρέπει να περιμένει κανείς από ένα μυθιστόρημα;
Ένα βιβλίο, που ξεκινά σχετικά νωθρά, αλλά στη συνέχεια δένει ικανοποιητικά τόσο στο κείμενο, όσο και την πλοκή. Η ιστορία δύο γυναικών με το όνομα Μαρκέλλα, γιαγιάς και εγγονής μέσα στην πρόσφατη ελληνική πραγματικότητα.
Η Θεσσαλονίκη είναι στο επίκεντρο, αλλά η Καβάλα και η Αθήνα συμμετέχουν ως τόποι-σκηνικά...ενώ χρησιμεύουν και ως υπόμνηση της μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας, που μερικές φορές χαρακτηρίζει κάποιες οικογένειες, αλλά και που ωθεί τα μέλη τους, σε διαφορετικές ιδεολογικές προσεγγίσεις. Η συγγραφέας πάντως αποτιμά ως κυρίαρχο παράγοντα στην ορθή στάση ζωής τις προσωπικότητες και τους χαρακτήρες, παρά τις πεποιθήσεις. Και δεν θα διαφωνήσω.
Χωρίς εξαιρετικές αρετές στο ύφος, με αδυναμίες-π.χ. με προβλημάτισαν οι "ποιητικές" εισαγωγές στα κεφάλαια- αλλά γραμμένο με ειλικρίνεια και ζωντάνια, νομίζω ότι κερδίζει και στο τέλος συγκινεί τον αναγνώστη.
Μια άξια προσοχής προσπάθεια, από μια συγγραφέα, που μπορεί να δώσει και καλύτερα έργα.
* Η Ελένη Ανθοπούλου, σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων, αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ μ' αυτό. Ζει στη Θεσσαλονίκη, με τον άντρα της και τα έξη παιδιά τους.
Δεν μπορώ να μην παραθέσω το τέλος του άρθρου του Κώστα Γιαννακίδη στο Protagon.gr:
Τσίπρας και Καμμένος κάνουν λόγο για «λύση έξω από τρόικα και μνημόνιο». Γιατί δεν την περιγράφουν; Γιατί δεν πετιούνται ως τη Λευκωσία να τη δώσουν και στους αδερφούς μας; Σε δύο ώρες μπορούν να βρίσκονται στο βήμα της Βουλής που λέει τα περήφανα «όχι».
Είναι Aριστερό να υπερασπίζεσαι έναν φορολογικό παράδεισο;
Είναι Aριστερό να υπερασπίζεσαι τη διάσωση τραπεζών με χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων; Είναι Aριστερό να διαψεύδεις τον ίδιο τον εαυτό σου, όταν -για ακριβώς αυτό- κατηγορούσες τις επιλογές που ακολουθήθηκαν σε άλλες χώρες;
Είναι Αριστερό να υπερασπίζεσαι την ασφάλεια του παρκαρισμένου, αδιαφανούς, διεθνούς χρήματος που γνωρίζεις ότι -ακόμα κι αν δεν προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες- προέρχεται από εκμετάλλευση της υπεραξίας της εργασίας, χωρίς να έχει αποδώσει στις κοινωνίες, από τις οποίες προέρχεται το αναλογούν μέρισμα;
Είναι Aριστερό να υπερασπίζεσαι αυτού του είδους την ανάπτυξη μιας χώρας, ως σχεδόν αποκλειστικώς παρόχου, δηλαδή υπηρεσιών στην ασφαλή διαφύλαξη μαύρου χρήματος;
Είναι Aριστερό να κλείνεις τα μάτια σε αυτήν την πραγματικότητα, αναζητώντας άλλοθι σε παραδείγματα άλλων χωρών που ασφαλώς κάνουν το ίδιο, τα οποία όμως έχεις καταγγείλει στο παρελθόν για να τα επικαλείσαι τώρα, που θέλεις να αθωώσεις τον δικό σου παράδεισο, αποσιωπώντας επιπλέον ότι οι χώρες αυτές δεν ζήτησαν να σώσουν τις τράπεζές τους οι ευρωπαίοι μισθωτοί;
Είναι Aριστερό να υπερασπίζεσαι τη φαλκίδευση του πλούτου μιας χώρας για γενεές, προκειμένου να γλιτώσει από τη φορολόγηση το αδιαφανούς προέλευσης χρήμα μεγαλοκαταθετών;
Είναι Aριστερό να υποστηρίζεις τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών των Ασφαλιστικών Ταμείων, τις τωρινές και μελλοντικές συντάξεις δηλαδή, προ του κινδύνου να μειωθούν τα σχεδόν ανεξέλεγκτα παρκαρισμένα κεφάλαια Ρώσων ολιγαρχών;
Είναι Aριστερό να ξεχνάς αυτά που κατήγγειλες και είχες δίκιο, όταν στη δική σου χώρα οι κυβερνήσεις εξανέμιζαν επί χρόνια τις περιουσίες των Ταμείων για να έχουν καταντήσει τώρα ετοιμόρροπα;
Είναι Aριστερό να προεξοφλείς τα κέρδη που θα έχουν τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου από τον ορυκτό πλούτο του τόπου τους και να τους τα στερείς για να μη θίξεις τους σκοτεινούς μεγαλοκεφαλαιούχους;
Είναι Aριστερό να επικροτείς τον υπέρμετρο πολιτικό και οικονομικό ρόλο της εκκλησίας σε μια χώρα;
Είναι Aριστερό να κλείνεις τα μάτια στην προοπτική να υποθηκευτεί το μέλλον ενός τόπου στα σχέδια μιας υπερδύναμης, και εσύ να έχεις να καταγγείλεις μόνο τον κίνδυνο για τις καταθέσεις των υπηκόων της υπερδύναμης;
Είναι Aριστερό να υπερασπίζεσαι το απαραβίαστο των, σε μεγάλο βαθμό, ύποπτων καταθέσεων ενός φορολογικού παραδείσου, που είναι συνδεδεμένος με πολλά σκάνδαλα της δικής σου χώρας, όταν έχεις δώσει μάχες για να έρθουν στο φως λίστες καταθετών σε τράπεζες άλλων χωρών και έχεις χειροκροτήσει τους Βαξεβάνηδες που τις έχουν δημοσιεύσει;
Και, τελικά, είναι Aριστερό να εμποδίζεις τους καπιταλιστές να βγάλουν μόνοι τους τα μάτια τους όταν θέλουν να ρίξουν στην πυρά το Ιερό Δισκοπότηρο του Καπιταλισμού, δηλαδή την Τραπεζική Πίστη, όταν ο αγώνας της αριστεράς φύσει και θέσει θα έπρεπε να είναι απέναντι; Με το μέρος, δηλαδή, μόνον των μικρών καταθετών και όχι των τραπεζών;
Όταν ο Ρωμαίος στρατηγός Λούκουλλος βρέθηκε στην Αίγυπτο μετά από ένα ναυάγιο του στόλου του, έγινε δεκτός με τιμές από τον βασιλιά της Πτολεμαίο (υπάρχει αμφιβολία για το ποιος ακριβώς Πτολεμαίος ήταν αυτός).
Δεν δέχτηκε να πάρει τα δώρα που του έστειλε ο βασιλιάς, αλλά εξαιρετικά χαρακτηριστική ήταν και η άρνησή του να ξεναγηθεί κατά το διάστημα της φιλοξενίας του στις περιλάλητα σε όλο τον κόσμο "θαύματα" της Αιγύπτου, λέγοντας ότι αυτός είναι στρατιώτης και ότι τέτοιες ενασχολήσεις ταιριάζουν στους αργόσχολους!
Νομίζω ότι πρόκειται για μια πολύ χρακτηριστική εκδήλωση της ρωμαϊκής νοοτροπίας, που συνετέλεσε μεν στο στρατιωτικό μεγαλείο της Ρώμης, αλλά και εξηγεί αρκετά και τη διαφορετική συνεισφορά της στον παγκόσμιο πολιτισμό σε σχέση με την Αρχαία Ελλάδα!
Δεν ξέρω αν και πόσο σας προβλημάτισα με τα διλήμματα που σας έβαλα. Είναι μια "άσκηση ψυχολογίας" και αφορά τον τρόπο που αξιολογούμε την απώλεια κάποιου αγαθού και στην προκειμένη περίπτωση χρημάτων.
Το δίλημμα αυτό αποτελεί μέρος ενός "πειράματος", που έγινε για να διαπιστωθεί αν παίρνουμε τις αποφάσεις μας με τη λογική ή το συναίσθημα ή τέλος πάντων για το πόσο ρόλο παίζει η λογική σκέψη στη λήψη αποφάσεων.
Και στις δύο παραλλαγές του διλήμματος χάσαμε χρήματα. Συνολικά 160 ευρώ. Και όταν λέω τα χάσαμε (αυτό για να μην υπάρχει παρεξήγηση) εννοώ ότι τα χάσαμε οριστικά και δεν πρόκειται να τα ξαναβρούμε.
Στην πρώτη περίπτωση βέβαια χάσαμε τα εισιτήρια, που είχαμε αγοράσει για την παράσταση, ενώ στη δέυτερη χάσαμε τα χρήματα, που σκοπεύαμε να χρησιμοποιήσουμε για το σκοπό αυτό. Καιστις δύο περιπτώσεις πάντως χάσαμε ακριβώς το ίδιο ποσόν.
Όταν, λοιπόν, οι ερευνητές- που μελετούν τον τρόπο που παίρνουμε αποφάσεις- έβαλαν τις δύο παραλλαγές του διλήμματος σε κάποιους εθελοντές, είδαν ότι πολύ περισσότεροι επέλεξαν να πληρώσουν και να δουν το έργο και όχι να φύγουν άπρακτοι, όταν αντιμετώπιζαν τη δεύτερη παραλλαγή, δηλαδή των απώλεια των χρημάτων. Η απώλεια των εισιτηρίων, που είχαν ήδη αγοραστεί ήταν περισσότερο αποτρεπτική και οι περισσότεροι επέλεγαν να φύγουν και να μην δουν την παράσταση!
Είναι δηλαδή σα να λέμε ότι η απώλεια των χρημάτων δίνει περισσότερες "δικαιολογίες" σε αυτούς που επιθυμούν να δουν την παράσταση, καθώς μπορεί να ερμηνευτεί ως ένα "είδος" γενικότερης απώλειας, ίσως όχι άμεσα συνδεδεμένης ακόμη με το συγκεκριμένο προϊον, ενώ η απώλεια των εισιτηρίων κατά κάποιο τρόπο προσδιορίζει και περιορίζει το γεγονός και μας κάνει περισσότερο επιρρεπείς προς την ενοχή και την αυτο-τιμωρία.
Δεν γνωρίζω αν αυτή είναι η καλύτερη ερμηνεία του περίεργου αυτού ψυχολογικού φαινομένου. Αν έχετε κάποια άλλη ιδέα θα την ακούσω ευχαρίστως.
Αυτό που θέλω να τονίσω για πολλοστή φορά είναι η αδυναμία μας να κατανοήσουμε αυτόν τον ξένο, που λέγεται ο "αποφασίζων" εαυτός μας!!
Ας δούμε τώρα μια μικρή παραλλαγή του χθεσινού μας διλήμματος.
Αποφασίζεις με τον/την φίλο/η σου να πάτε σε μια πολυδιαφημισμένη θεατρική παράσταση, που έχει ένα πολύ ακριβό εισιτήριο (80 ευρώ το ένα). Έχεις από μέρες βάλει τα απαιτούμενα χρήματα σε ειδική θέση στο πορτοφόλι σου και ξεκινάτε γεμάτοι προσδοκίες περιμένοντας πως και πως να μπείτε στο θέατρο.
Περιμένετε πάνω από μισή ώρα στην ουρά, φτάνετε επιτέλους στο ταμείο και ανοίγοντας το πορτοφόλι σου διαπιστώνεις ότι τα χρήματα δεν είναι εκεί, έχουν προφανώς χαθεί.
Μετά την αρχική απογοήτευση πρέπει να πάρεις μια γρήγορη απόφαση.
Θα χρησιμοποιήσεις ίσως άλλα χρήματα ή την κάρτα σου, ώστε να αγοράσεις τα δύο εισιτήρια των 80 ευρώ το ένα και να δείτε την παράσταση ή θα κάνετε μεταβολή και θα πάτε να πιείτε ένα καφέ της παρηγοριάς πριν πάτε απογοητευμένοι στο σπίτι σας;
Ποια θα ήταν η δική σας αντίδραση σε αυτή την παραλλαγή του διλήμματος;
Έχεις αγοράσει δύο πολύ ακριβά εισιτήρια (80 ευρώ το ένα) για μια πολυδιαφημισμένη θεατρική παράσταση.
Πηγαίνεις με τον/την φίλο/η σου και είστε γεμάτοι προσδοκίες περιμένοντας πως και πως να μπείτε στο θέατρο.
Περιμένετε πάνω από μισή ώρα στην ουρά, φτάνετε επιτέλους στην είσοδο και ανοίγοντας το πορτοφόλι σου διαπιστώνεις ότι έχεις χάσει τα εισιτήρια.
Μετά την αρχική απογοήτευση πρέπει να πάρεις μια γρήγορη απόφαση.
Θα αγοράσεις δύο άλλα εισιτήρια των 80 ευρώ το ένα, ώστε να δείτε την παράσταση ή θα κάνετε μεταβολή και θα πάτε να πιείτε ένα καφέ της παρηγοριάς πριν πάτε απογοητευμένοι στο σπίτι σας;
'Ενα βιβλίο που ξεχώρισε τη χρονιά που πέρασε. Η συγγραφέας περιγράφει την ιστορία της σχέσης του Nick και της Amy, ενός ζευγαριού που είχε όλα τα φόντα εκείνα που χρειάζονταν για νά έχουν μια ονειρεμένη ζωή. Κι ομως κάτι στράβωσε. Η Amy κάποια μέρα εξαφανίστηκε! Και όχι μια οποιαδήποτε μέρα, αλλά εκείνη της 5ης επετείου του γάμου τους.
Και έτσι αρχίζει η νέα, η πιο ενδιαφέρουσα φάση της σχέσης τους! Πρόκειται για μια ιστορία γεμάτη ανατροπές και αναπάντεχα. Μια βαθειά προοδευτική διείσδυση του ενός χαρακτήρα μέσα στον άλλο. Κυριολεκτικά, αφού το βιβλίο είναι δοσμένο με τη μορφή μονολόγων των δύο πρωταγωνιστών, στους οποίους μονολόγους μαθαίνουμε ολοένα και περισσότερο τα πιο κρυφά τους αισθήματα και τις πιο απαγορευμένες σκέψεις που κάνουν ο ένας για τον άλλο. Και μέσα από αυτές έρχεται η πλήρης, απόλυτη ταύτισή τους, αυτών των τόσο διαφορετικών μέχρι τότε ανθρώπων.
Πόσο λίγο αλήθεια απέχει η αγάπη από το μίσος! Και πόσο ισχυρό, πανίσχυρο κίνητρο αποτελούν και τα δύο στην προσπάθεια επικράτησης της μιας θέλησης πάνω στην άλλη! Στον αγώνα για την χωρίς όρους κατάκτηση του αντίπαλου οχυρού.
Το τέλος με προβλημάτισε και είδα στο διαδίκτυο ότι πράγματι προκάλεσε πολλές συζητήσεις. Μερικοί το θεωρούν ευρηματικό, άλλοι το μίσησαν. Κάποιοι μίλησαν για "ανοιχτό" τέλος, που ίσως υποκρύπτει μια συνέχεια της ιστορίας. Το μέλλον θα δείξει.
Αυτό που μπορώ να πω χωρίς δισταγμό είναι ότι το βιβλίο διαβάζεται με πολύ ευχαρίστηση και σε καμιά περίπτωση δεν κάνει κοιλιά. Η Gillian Flynn είναι μια πολύ καλή νέα συγγραφέας και είμαι σίγουρος ότι θα δώσει και καλύτερα πράγματα στο μέλλον.
Υπάρχει μια ομάδα στο γυναικείο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα της Ουαλλίας, που σε 10 αγώνες όχι μόνο έχει 10 ήττες, αλλά έχει σημειώσει 1 γκολ και έχει δεχτεί 219!
Η τελευταία τους μάλιστα ήττα ήταν με 43-0, που αποτελεί ρεκόρ όλων των εποχών σε επίσημο αγώνα ποδοσφαίρου.
Η ομάδα ονομάζεται Caerphilly Castle Ladies, από ένα κάστρο της περιοχής.
Αυτό βέβαια που έχει περισσότερη σημασία είναι ότι οι κυρίες δεν δείχνουν καμιά διάθεση να τα παρατήσουν!!
Εμείς οι άνθρωποι φαίνεται πως είμαστε πλασμένοι να αναζητούμε τη σημασία ενώ είμαστε ριγμένοι σ' έναν κόσμο κενό από εγγενές νόημα. Ένα από τα κύρια έργα της ζωής μας είναι να επινοήσουμε έναν σκοπό αρκετά στέρεο για να στηρίξει μια ολόκληρη ζωή. Στη συνέχεια πρέπει να επιτελέσουμε τον δεξιοτεχνικό χειρισμό ν' απαρνηθούμε την πατρότητα αυτού του σκοπού ώστε να συμπεράνουμε ότι τον “ανακαλύψαμε” - σαν να ήταν “εκεί έξω” και μας περίμενε.
Έχω πολλές φορές πει τη γνώμη μου για το μελλοντικό μας πρωθυπουργό τον κύριο Αλέξη Τσίπρα και πολλοί από σας με έχετε επαναφέρει στην τάξη. Για το λόγο αυτό τελευταία αποφάσισα να ...αυτοσυγκρατούμαι και να αποφεύγω να κρίνω τις πράξεις του....και ιδιαίτερα τον αχαλίνωτο λαϊκισμό του...
Έλα, όμως που δεν μ΄αφήνει ν΄αγιάσω....
Έσπευσε να πάει στην κηδεία του Τσάβες... Δεν γνωρίζω ακριβώς τι είναι εκείνο, που έχει εμπνεύσει στην ηγέτη το ΣΥΡΙΖΑ τόση μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό για τον αποθανόντα δικτάτορα της Βενεζουέλας. Υποθέτω ότι είναι ο άκρατος αντιαμερικανισμός και η συμμαχία με την άλλη χώρα, που αν και στο υπογάστριο των ΗΠΑ αμφισβητεί την κυριαρχία τους, δηλαδή την Κούβα.
Αυτά κάνουν και πολλούς από εμάς να θαυμάζουμε αυτούς τους ηγέτες και αυτές τις χώρες (Έχω κι εγώ "καμαρωσει" πολλές φορές για τη ρητορική του Κάστρο και του Τσάβες έναντι των ΗΠΑ) και να παραμερίζουμε όλα εκείνα που έχουν κάνει και που αν εφαρμόζονταν στη χώρα μας ή σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης, θα είχαν στείλει αυτούς τους ηγέτες τουλάχιστον στη φυλακή...
Δεν πιστεύω ότι ο κ. Τσίπρας έχει εκστασιαστεί από την πολιτική του Τσάβες με τα ΜΜΕ ή με την εφαρμογή του συντάγματος στη χώρα του ή ότι θα μπορούσε να ανεχθεί εδώ έναν Πρόεδρο, που θα έκλεινε όποτε ήθελε ένα τηλεοπτικό σταθμό ή ότι θα άλλαζε το Σύνταγμα για να είναι αιώνια Πρόεδρος.
Τότε λοιπόν; Είναι δυνατόν ένα μελλοντικός ηγέτης της χώρας μας να επενδύει μόνον σε ένα τυφλό αντιαμερικανισμό, ώστε να ικανοποιεί το λαϊκό αίσθημα του Έλληνα; Τι πλεονεκτήματα προσφέρει η πολιτική αυτή για το μέλλον της χώρας;
Επιεδίωξε ποτέ ο κ. Τσίπρας και οι περί αυτόν να κάνουν μια ανάλυση του έργου και των ημερών του Τσάβες; Μίλησε με εκείνους που αναγκάστηκαν να φύγουν κυνηγημένοι από τη Βενεζουέλα, επειδή τόλμησαν να αμφισβητήσουν τον Πρόεδρό τους πχ σε ένα πανεπιστημιακό αμφιθέατρο; Πόση ακόμη ανευθυνότητα και υποκρισία προκειμένου να στολιστεί όσο γίνεται πιο όμορφα ο Δούρειος (αν πάει κάπου το μυαλό σας είστε πολύ καχύποπτοι) Ίππος της εξουσίας;
Προς στιγμήν σκέφτηκα να τελειώσω λέγοντας ότι ο κ. Τσίπρας δύσκολα θα κατέρριπτε το σημερινό ρεκόρ λαϊκισμού του. Καταλήγω, όμως, να γράψω το αντίθετο: Είμαι σίγουρος, ότι θα το καταρρίψει πολλές φορές ακόμη!!!
* Δεν παραγνωρίζω και δεν θεωρώ μικρά αυτά που έχει πετύχει η Κούβα κυρίως, πχ στο θέμα της υγείας για το λαό της. Αλλά επιλέγω να θαυμάζω περισσότερο τη Σουηδία και τη Νορβηγία.
Το ότι ο Βενιαμίν Φραγκλίνος ήταν ο εφευρέτης του αλεξικέραυνου είναι πολύ πιθανό να το έχετε ακούσει. Άλλωστε αυτός ο ιδιαίτερα χαρισματικός πολιτικός άνδρας είχε εξαιρετικές επιστημονικές γνώσεις και έκανε και άλλες εφευρέσεις.
Τι σχέση, όμως, μπορεί να έχει με το αλεξικέραυνο ο Ροβεσπιέρος;
Κι όμως. Ο μεγάλος επαναστάτης, όταν ήταν νέος δικηγόρος, υπερασπίστηκε στο δικαστήριο ένα συνάδελφό του δικηγόρο, τον οποίον είχαν μηνύσει οι γείτονές του, επειδή είχε βάλει στη σκεπή του ένα αλεξικέραυνο! Οι γείτονες υποστήριζαν ότι με τον τρόπο αυτόν θα επέσυρε την οργή του Θεού και ότι μαζί με τον αμαρτωλό θα πλήρωναν και εκείνοι το τίμημα! Απείλησαν ότι θα κάψουν το σπίτι του και ο δικαστής της περιοχής τον υποχρέωσε να το κατεβάσει!
Για την ιστορία ο Ροβεσπιέρος κέρδισε την υπόθεση και μάλιστα καμάρωνε γι΄αυτό σε μια επιστολή που έστειλε αργότερα στον Βενιαμίν Φραγκλίνο!
Υπάρχει ένα στατιστικό μοντέλο, που χρησιμοποιούν οι γλωσσολόγοι και που βασίζεται στο ρυθμό αντικατάστασης κοινών όρων από το λεξιλόγιο.
Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες της μεθόδου, που δύσκολα μπορώ άλλωστε να καταλάβω, αλλά οι ειδικοί τη θεωρούν αρκετά αξιόπιστη και τη χρησιμοποιούν για να προσδιορίσουν την αρχαιότητα κειμένων.
Μάλιστα επισημαίνεται η ομοιότητά της με τον προσδιορισμό της γενετικής ιστορίας της ανθρωπότητας, αφού και στην περίπτωση της γλώσσας χρησιμοποιούνται φυλογενετικά δέντρα βασισμένα στους ρυθμούς αντικατάστασης των λέξεων, κάτι όπως οι μεταλλάξεις του γενετικού υλικού.
Με τον τρόπο λοιπόν αυτό και με τη χρήση συγκρίσεων ανάμεσα στη χιττιτική γλώσσα, τη γλώσσα των ομηρικών ποιημάτων και τη μοντέρνα ελληνική, προσδιόρισαν τη χρονολογία της δημιουργίας της Ιλιάδας γύρω στο 762 πΧ (ή έστω 50 χρόνια πριν ή μετά από αυτή την ημερομηνία).
Ενδιαφέρον αν μη τι άλλο, αφού άλλωστε ταιριάζει και με τις υφιστάμενες ιστορικές ενδείξεις.
Δεν είχα δίκηο που κατηγορούσα συλλήβδην όλους μας για τη βαθιά κρίση της χώρας. Κρίση που πρώτιστα είναι πολιτισμική και μετά, σαφώς, και οικονομική.
Οι πολλοί δεν έχουν καμιά ευθύνη. Η μεγάλα μάζα του λαού δεν συμμετείχε με κανένα τρόπο σ΄αυτή την ολέθρια ολισθηρή πορεία. Οι πραγματικοί αγωνιστές της ζωής δεν έχουν συνήθως χρόνο για μηχανορραφίες, απάτες και φοροδιαφυγές!
Είχα, όμως, δίκηο για εκείνους που αποτελούν τον δικό μου κύκλο, αυτούς που έβλεπα και με τους οποίους είχα να κάνω σε καθημερινή βάση. Επικοινωνώντας είτε άμεσα μαζί τους, είτε μέσω των ΜΜΕ. Τους επώνυμους, ημιεπώνυμους και επωνυμίζοντες. Εκείνους που κρατούσαν το τιμόνι και έκοβαν τα εισιτήρια. Τους τάχα ελεγκτές και τους προσποιούμενους τους ελεγχόμενους. Που χάραζαν και χαράζουν την πορεία με κομπασμό και περισσή αυτοπεποίθηση για τις ικανότητές τους. Που στην αλήθεια δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα φανταχτερό περιτύλιγμα ευνοιοκρατίας σε ελαττωματικούς πάρεξ χρωματιστούς ή και φωσφωρίζοντες φελλούς.
Όλους εμάς, δηλαδή! Που δεν είμαστε οι πολλοί, αν και έτσι νομίζουμε! Απλά είμαστε εμείς, που έχουμε τις ντουντούκες, τα μικρόφωνα, τις υπερηχητικές εξατμίσεις και τις wi-fi συνδέσεις.
Είμαι σίγουρος τώρα πια. Αν αυτή η χώρα μπορούσε να κάνει τη μεγάλη ανατροπή και να δώσει τα ηνία της πορείας της στα παιδιά του μεροκάματου, στη γενιά των 600 ευρώ μικτών αποδοχών και στα παιδιά των μεταναστών που ποθούν να λογίζονται ελληνόπουλα, τότε πραγματικά θα ξημέρωνε μια καινούργια μέρα...
Αυτό, όμως, δυστυχώς είναι ένα ανέφικτο όραμα... Περιοριζόμαστε απλά στην αναζήτηση μιας νέας κουρελίτ με τάχα μου αριστερή ιδεολογία ή και βαυκαλιζόμαστε με την ιδέα μιας καθαροχέρας φασιστικής δεξιάς με εθνικιστικά παραληρήματα, που αμφότερες στην ουσία προέρχονται από τό ίδιο προβληματικό λιγδερό καζάνι, που τροφοδοτεί ανέκαθεν την άρχουσα τάξη.
Εκείνοι που θα μπορούσαν είναι καταδικασμένοι στην ασφυξία. Με ή χωρίς μεταφορική σημασία.
Όχι επειδή υπάρχει κρίση. Όχι επειδή οι δουλειές είναι δύσκολες. Όχι επειδή με ζορίζει το δάνειο. Αλλά επειδή ζω σε μια χώρα που οι συμπατριώτες μου μάλλον δεν αγαπούν τελικά, μιας και αγάπη χωρίς σεβασμό δεν υπάρχει. Δεν μιλώ για τους φοροφυγάδες, τους επαγγελματίες συνδικαλιστές, τα πάσης φύσεως λαμόγια. Μιλώ για μια πολύ μεγαλύτερη, φοβάμαι, μάζα. Που κοιτάζει αποκλειστικά και μόνο την πάρτη της, τον παρά της, τον κύκλο της, το σπίτι της, αδιαφορώντας παντελώς για ό,τι κοινό. Που δεν τηρεί κανέναν κανόνα - ούτε καν τους στοιχειώδεις της καλής συμπεριφοράς - και δεν έχει και κανέναν σκοπό να τους τηρήσει ποτέ. Που περιμένει πάντα από κάποιον άλλον, κάποιον αόριστο τρίτο - συνήθως αυτός λέγεται κράτος όταν δεν λέγεται μαλάκας - να κάνει τα πάντα για λογαριασμό του: απ' το να του βρει δουλειά μέχρι να του καθαρίσει τα σκαλιά όταν χιονίσει. Είναι κακόγουστος, κακότροπος και κακόπιστος. Δεν λέει καλημέρα, παρακαλώ κι ευχαριστώ. Πετάει το σκουπίδι του στον δρόμο. Καπνίζει στο εστιατόριο γιατί έτσι γουστάρει. Αγνοεί επιδεικτικά την ουρά στα τυριά κι αν του το υπενθυμίσει κανείς ενοχλείται μεγαλοφώνως. Βγάζει τον σκύλο βόλτα - αν τον βγάλει - και δεν διανοείται να μαζέψει τα κουραδάκια του. Το μπαλκόνι του είναι η αποθήκη του και στα παλιά του τα παπούτσια αν εσύ πίνεις καφέ με θέα τη σκεβρωμένη σιδερένια ντουλάπα και δυο σφουγγαρίστρες. Κτίζει τριώροφο και σε κάθε βεράντα βάζει άλλα κάγκελα - λες και τα πήρε ρετάλια από καλάθι. Ακούει πως κάτι καλό έγινε κι αντί να χαρεί, ψάχνει να βρει τον λάκο στη φάβα. Δεν τον θέλω πια στην καθημερινότητά μου. Έχει καταστρέψει την πατρίδα μου. Είναι μίζερος και κινδυνεύω να με πάρει μπάλα η μιζέρια του. Ναι, λοιπόν. Αν ήμουν δεκαοκτώ, εικοσιοκτώ, τριανταοκτώ, θα ήμουν κολλημένη σ' ενα PC και θα έψαχνα τα job opportunities ανά τον κόσμο. Θα έφευγα όχι για μια καλύτερη δουλειά, όχι για περισσότερα λεφτά, αλλά για να ξαναβρώ την ποιότητα της καθημερινότητάς μου. Τις αξίες της οργανωμένης κοινωνίας - που θα ήθελα να μάθουν τα παιδιά μου- της συλλογικής εργασίας, της κοινωνικής προσφοράς, του εθελοντισμού. Τη χαρά του να κυκλοφορώ ελεύθερα στο δρόμο, να παίρνω το λεωφορείο όποτε θέλω και να μου λέει καλημέρα η ταμίας στο σουπερμάρκετ. Κι ας ήταν γκρίζος ο ουρανός κι ας μην είχε θάλασσα. Το τίμημα που πληρώνουμε γι' αυτόν τον γαλανό ουρανό είναι τεράστιο. Δεν είμαι ούτε δεκαοκτώ, ούτε εικοσιοκτώ, ούτε τριανταοκτώ. Αλλά κοιτάζω που και που, λάγνα, τις αγγελίες στο guardianjobs και δεν δυσκολεύομαι καθόλου να με δω να φεύγω.
Διασκευή στα ελληνικά του πολύ γνωστού και προσωπικά πολύ αγαπημένου μου τραγουδιού του Αυστραλού Nick Cave Where the Wild Roses Grow, από τον Παναγιώτη Μάργαρη στην κιθάρα, τον Διονύση Τσακνή και τη Μελίνα Κανά.
Μια συμπαθητική προσπάθεια...
Στίχοι: Διονύσης Τσακνής
Μουσική: Nick Cave
Ερμηνεία: Διονύσης Τσακνής - Μελίνα Κανά
Original lyrics: Nick Cave
Πρώτη εκτέλεση: Nick Cave - Kylie Minogue
Στις φλέβες μου είσαι η φλόγα
Κι ο αέρας τη σάρκα μου καίει
Στων ερώτων την άγνωστη χώρα
Νικητές, νικημένοι κι ωραίοι
Με την πρώτη ματιά, όλα ήρθαν απλά
Σαν είδα στο γέλιο σου φως
Μια σταγόνα στο χιόνι με αίμα
Σε θέλω κι ας είσαι φωτιά και λυγμός
Στο μισό της στιγμής, στο νερό της βροχής
Στο βάθος εκεί, η σιωπή μου μιλάει
Ανθός και αγκάθι φθηνής εποχής
Μ' αντέχω θα δεις στον καιρό που κυλάει
Στις φλέβες μου είσαι η φλόγα
Κι ο αέρας τη σάρκα μου καίει
Στων ερώτων την άγνωστη χώρα
Νικητές, νικημένοι κι ωραίοι
Πώς να διώξω τη λύπη μακριά σου
Της ανάσας μου να σου δώσω την πνοή
Σε τέτοιο καιρό, καραβάκι μικρό
Πώς να σωθείς στων πολλών τη βουή
Εγώ ζω σα σκιά, μη με ψάχνεις εδώ
Ποτάμι θολό που περνάει μπροστά σου
Μην κάνεις το λάθος και μπεις στο νερό
Τη θλίψη για πάντα θα έχεις κοντά σου
Στις φλέβες μου είσαι η φλόγα
Κι ο αέρας τη σάρκα μου καίει
Στων ερώτων την άγνωστη χώρα
Νικητές, νικημένοι κι ωραίοι
Στα μαύρα φτερά της ψυχής μου
Ήρθες και πάλι εδώ να κρυφτείς
Μα ο έρωτας είναι γλυκιά φυλακή
Που δεν την αντέχει στο τέλος κανείς
Μα όσο κι αν θέλεις να μείνεις εδώ
Θα σε πάρω μαζί με οδηγό μου το πάθος
Σ' αυτό το ποτάμι και στον άγριο βυθό
Κι ας το ξέρω πως ήτανε όλα ένα λάθος
Στις φλέβες μου είσαι η φλόγα
Κι ο αέρας τη σάρκα μου καίει
Στων ερώτων την άγνωστη χώρα
Νικητές, νικημένοι κι ωραίοι
Να όμως και το εξαιρετικό πρωτότυπό με τον Nick Cave και την Kylie MInogue και με τους πρωτότυπους -και πιο "σκληρούς"- στίχους.
CHORUS:
They call me The Wild Rose
But my name was Elisa Day
Why they call me it I do not know
For my name was Elisa Day
From the first day I saw her I knew she was the one
As she stared in my eyes and smiled
For her lips were the colour of the roses
They grew down the river, all bloody and wild
When he knocked on my door and entered the room
My trembling subsided in his sure embrace
He would be my first man, and with a careful hand
He wiped the tears that ran down my face
CHORUS
On the second day I brought her a flower
She was more beautiful than any woman I'd seen
I said, 'Do you know where the wild roses grow
So sweet and scarlet and free?'
On the second day he came with a single rose
Said: 'Will you give me your loss and your sorrow?'
I nodded my head, as I layed on the bed
He said, 'If I show you the roses will you follow?'
CHORUS
On the third day he took me to the river
He showed me the roses and we kissed
And the last thing I heard was a muttered word
As he stood smiling above me with a rock in his fist
On the last day I took her where the wild roses grow
And she lay on the bank, the wind light as a thief
As I kissed her goodbye, I said, 'All beauty must die'
And lent down and planted a rose between her teeth
Προκαλεί σόκ η ευκολία με την οποία αντικαθιστούμε τα πρόσωπα, που χάνονται από τη ζωή μας, πόσο βιαζόμαστε να καλύψουμε τις όποιες άδειες θέσεις, πόσο έντονα αντιδρούμε στην πιθανή ελάττωση του αριθμού των χαρακτήρων που μας περιτριγυρίζουν, χωρίς τους οποίους δεν μπορούμε να επιβιώσουμε και πως, την ίδια στιγμή, όλοι μας προσφερόμαστε για να καλύψουμε τις κενές θέσεις άλλων, που μας προτείνονται, επειδή αντιλαμβανόμαστε και συμμετέχουμε όλοι σ' αυτόν τον παγκόσμιο και αέναο μηχανισμό υποκατάστασης, που επηρεάζει τους πάντες και φυσικά και εμάς, και έτσι αποδεχόμαστε το ρόλο μιας κακής απομίμησης, ενώ βρίσκουμε και τον εαυτό μας κυκλωμένο από ολοένα και περισσότερες από αυτές.
Από το βιβλίο του Javier Marias Your Face Tommorow, Fever and Spear, σε δική μου μετάφραση από την αγγλική έκδοση.
Ένα σχετικά άγνωστο τραγούδι του Σωκράτη Μάλαμα, από ζωντανή εκτέλεση με τη Μαρία Παπανικολάου.
Πρόκειται για το "Κι εσύ ξεχνάς" σε στίχους Γιάννη Τσατσόπουλου, που η πρώτη εκτέλεση ήταν της Μελίνας Κανά.
Το προτείνω με τη Μαρία Παπανικολάου, που μου φάινεται ενδιαφέρουσα και ως φωνή, αλλά και ως παρουσία.
Θέλει καρδιά για να γυρνάς τα Σαββατόβραδα μόνος
βαρύ κορμί για να πατάς και να ζορίζεται ο πόνος
έχει η ζωή μαστίγιο καρδιά να σε λαβώνει
σ’ ένα φαιδρό ισοζύγιο τις συντροφιές χρεώνει
Σ’ άφησα πίσω μου σε κάποιο κάθισμα
ν’ αλλάζεις λόγια και να γελάς
δρόμοι ανάστροφοι, τόξα αμφίδρομα
μ’ εξουθενώνουν κι εσύ ξεχνάς
Της νύχτας το κυνηγητό σαν ιστορία τρόμου
με των σκυλιών το ουρλιαχτό τον ίσκιο του αστυνόμου
Ένα "καλοστεκούμενο" ελληνικό μυθιστόρημα είναι το Μυστικό της Έλλης. Πρόκειται για ένα αρκετά καλογραμμένο αφήγημα, εξαιρετικά μέχρι θάλεγα "ενοχλητικά" σύγχρονο και έντονα ρεαλιστικό.
Μια από τις ικανότητες αυτού του συγγραφέα είναι θαρρώ αυτή η αρμονική συνύπαρξη μιας καθημερινής, σχεδόν "πεζής" ιστορίας, με ένα από παντού αναδυόμενο ρομαντισμό, ένα μείγμα της σκληρής ματιάς της σημερινής ζωής σε μια υποβαθμισμένη αθηναϊκή γειτονιά και της τρυφερότητας που μπορεί ακόμη να υπάρχει στις ψυχές, σε κάποιες έστω απ' αυτές.
Ένα μυστικό αλλιώτικο από τα συνηθισμένα, ανατρεπτικό, ευάλωτο εκεί που παραδοσιακά οφείλει να είναι επτασφράγιστο και αντίθετα σθεναρό εκεί που η ματαιοδοξία μας συνήθως οδηγεί στην παραβίασή του.
Μια ιστορία χωρίς μεγάλες ανατροπές, με μια πορεία σχεδόν προδιαγεγραμμένη, μελαγχολική, που ωστόσο αφήνει στο τέλος μια νότα γλυκιά και αν όχι ακριβώς αισιόδοξη, τουλάχιστον όμως παρηγορητική.
Σίγουρα μια καλή προσπάθεια.
*Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης γεννήθηκε στο Παλαιοχώρι Παγγαίου του νομού Καβάλας το 1956.
Μετά τη μεγάλη νίκη των Αθηναίων εναντίον των Περσών στο Μαραθώνα το 490 πΧ, ο στρατηγός των νικητών, ο Μιλτιάδης, ζήτησε από το Δήμο να του δοθεί στεφάνι από κλαδί της ιερής ελιάς.
Τότε σηκώθηκε κάποιος Σωχάρης, από το δήμο της Δεκέλειας και είπε: "Ακου Μιλτιαδη, όταν αγωνιστείς μόνος σου και νικήσεις τους βαρβάρους, τότε να έχεις και την αξίωση να τιμηθείς εσύ μονάχα". Οι Αθηναίοι είπαν λοιπόν όχι στον μεγάλο τους αρχηγό της μάχης του Μαραθώνα!
'Ηταν μια εποχή που η ανταμοιβή που επιζητούσε κάποιος για μια νίκη που άλλαξε την πορεία ολόκληρης της ανθρωπότητας ήταν ένα κλαδί ελιάς!
Ένα κλαδί ελιάς, που ούτε αυτός δεν θεωρήθηκε άξιος να αποκτήσει!!!!
Μια αιώνια υπόμνηση για το πόσο αλλάζουν οι αξίες και οι συμβολισμοί, όχι όμως οι άνθρωποι!!