Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

ΛΗΞΙΑΡΧΙΚΗ ΠΡΑΞΗ


Η θέρμανση στο δωμάτιο υπερβολική. Έβγαλε το μπουφάν και το ακούμπησε στο άδειο διπλανό κάθισμα. Πρόσεξε ότι από συνήθεια είχε πάλι φορέσει τα καφέ χιλιοφορεμένα του παπούτσια. Μηχανικά άνοιξε και έκλεισε το κινητό του. Μόνο εκείνος και μια γυναίκα στη μουντή κακοφωτισμένη αίθουσα του Ληξιαρχείου. Οι υπάλληλοι περισσότεροι.

Πλησίασε στο γκισέ, συμπλήρωσε τη σχετική αίτηση, ρωτήθηκε για την πιθανή ημερομηνία του γεγονότος και του είπαν να περιμένει.

Ξάφνου η αίθουσα του φάνηκε αλλιώτικη, πιο φωτεινή και πρόσφατα βαμμένη. Και δεν είχε ακουμπήσει δίπλα του το μαύρο του μπουφάν, αλλά ένα ανοιχτόχρωμο σακάκι. Φορούσε μάλιστα μπότες και όχι τα παλιωμένα του παπούτσια. Το παράξενο ήταν ότι αυτές οι μπότες του θύμισαν εκείνες που φορούσε ο γιος του τις προάλλες.. Άνοιξε μηχανικά το κινητό του και του φάνηκε πιο ελαφρύ και κομψό. Κάτι στην ημερομηνία που πρόβαλε στην οθόνη τον σάστισε.

Τινάχτηκε απότομα, όταν άκουσε το όνομά του. Είχε τάχα αποκοιμηθεί;

-Κύριε Δήμου ελάτε. Η ληξιαρχική πράξη θανάτου του πατέρα σας είναι έτοιμη.