Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΣ

Μπήκε αποκαμωμένος στο κατάστημα, που έμοιαζε να είναι το μόνο ανοιχτό στην περιοχή. Είχε ξεφύγει από το καθημερινό του πρόγραμμα και είχε μπει σε μια γειτονιά που δεν γνώριζε. Βλέπεις τον τελευταίο καιρό είχε αρχίσει να κερδίζει δυνάμεις για πρώτη φορά μετά την εγχείρηση και δεν θα κρύψει ότι καμαρώνει γι αυτό. 

Νεολαία. Πενήντα χρόνια νεότεροί του. Όλοι. Φραπεδάκια και κινητά σε πλήρη δράση. Κάποιοι παίζουν ένα επιτραπέζιο παιχνίδι. Βλέμματα όχι ακριβώς εχθρικά, αλλά σίγουρα φορτισμένα. Δυσφορία; Αμηχανία; 

Ζήτησε ένα τσάι. Ελαφρό μειδίαμα του νεαρού πίσω από το μπαρ ή έτσι του φάνηκε. Του το ετοίμασε. Πλήρωσε και σκέφτηκε να αναζητήσει ένα τραπεζάκι να καθίσει. Άλλωστε αυτό χρειαζόταν περισσότερο εκείνη τη στιγμή. 

Βρήκε ένα όσο πιο απόμερο γίνονταν. Οι διπλανοί άλλαξαν αυτόματα τη θέση του σώματός τους, ωσάν να κατείχε ο ίδιος κάποια απωθητική δύναμη, που το επέβαλε. Ο διάλογος, που ήταν ζωηρός ένα λεπτό πριν, ατόνησε. 

Τότε θυμήθηκε την ωραία ελληνική λέξη. Σκέφτηκε να κάνει ένα τεστ. Να σηκωθεί και να ζητήσει να κάνουν ησυχία. Να τους ρωτήσει αν γνωρίζουν αυτή τη λέξη. Όχι την ετυμολογία της, ούτε ο ίδιος δεν ήταν σίγουρος γι αυτή, Σίγουρα μια από εκείνες τις περιπτώσεις που η χρήση μιας λέξης αλλάζει με τον καιρό. 

Μετά του φάνηκε κάπως φαιδρή η σκέψη του. Ότι περιείχε και μια αντίφαση. Η τάση του για εσωτερικό διάλογο εκδηλώθηκε απότομα και το ερώτημα μπήκε ορμητικό. 

"Παρείσακτος" είσαι μονάχα όταν το νιώθεις κι εσύ ο ίδιος; Εάν ήταν ανέμελος και πιο σίγουρος για τον εαυτό του, τότε άραγε ίσχυε ο όρος στην περίπτωσή του; Μήπως τότε ήταν απλά ενοχλητικός; Για τους άλλους βέβαια. 


Αδύνατο να δώσει απάντηση στο ερώτημα εδώ και τώρα. Θα πιει το τσάι του και θα φύγει το γρηγορότερο.