"Χαμοφτεριασμένη" ήταν η γυναίκα της Μανιάτικης κοινωνίας που δεν ήταν απλά φτωχή, αλλά είχε και άνδρα που θεωρούταν κατώτερος, δειλός.
Τα ίδια κριτήρια ίσχυαν και στη Σουλιώτικη κοινωνία του τέλους του 18ου αιώνα, όπου η θέση της γυναίκας στις συναναστροφές (όποιες ήταν αυτές, από την εκκλησία μέχρι τη σειρά στο γέμισμα της στάμνας στην πηγή) ήταν αντανάκλαση όχι απλά της φτώχειας, αλλά και της έλλειψης γενναιότητας του άνδρα της.
Στις κοινωνίες αυτές δηλαδή η φτώχεια θεωρούνταν αποτέλεσμα δειλίας και οκνηρίας και άξιζε κάθε περιφρόνησης.
Αυτό είχε βέβαια την εξήγησή του, καθώς ο πλουτισμός στις κοινωνίες αυτές, ιδιαίτερα του Σουλίου, εκείνη την εποχή που περιγράφω, ήταν αποτέλεσμα αρπαγών, εκβιασμών, τοκογλυφίας και παροχής υπηρεσιών "προστασίας" προς τους αδύνατους και ταλαιπωρημένους (και) από τους Τούρκους κατοίκους των οικισμών της περιοχής.
Η γυναίκα λοιπόν έπρεπε να παίξει και αυτή το ρόλο της και να επηρεάσει ανάλογα τον άνδρα της, για το λόγο τούτο και η περιφρόνηση και προς το δικό της πρόσωπο.
Αν τα παραπάνω αποτελούν αντικειμενική ερμηνεία μιας πραγματικότητας ή εκ των υστέρων προσπάθεια δικαιολόγησης των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων αυτών των κοινωνιών είναι ασφαλώς θέμα περαιτέρω προβληματισμού.