Ο Βολιώτης πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών Νικόλαος Κων. Ζούμπος σε συνέντευξή του στη «Θ», αφού υπογραμμίζει ότι ο νέος Νόμος για τα ΑΕΙ έχει πολλά θετικά στοιχεία, τονίζει και τα αδύναμα σημεία του. Εξηγεί γιατί απαιτεί την παρουσία ενός πρύτανη-ταχυδακτυλουργού, ενώ συνεχής είναι η έκκλησή του για «εθνική πολιτική στην Παιδεία».
Ποιοι ήταν οι σημαντικότεροι σταθμοί της διαδρομής σας:
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Βόλο, όπου και έμαθα γράμματα (13ο Δημοτικό Σχολείο-Α’ Γυμνάσιο και Λύκειο Αρρένων). Σπούδασα Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου και έλαβα και τη διδακτορική μου διατριβή. Έχω λάβει τις ειδικότητες της Παθολογίας και της Αιματολογίας. Εργάστηκα στο Πανεπιστήμιο Πατρών από το 1980 μέχρι το 2010, με εξαίρεση τρία χρόνια μετεκπαίδευσης στις ΗΠΑ και τον Καναδά. Ήμουν από τα πρώτα μέλη ΔΕΠ του νεοσύστατου τότε Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών και πέρασα από όλες τις βαθμίδες εξέλιξης, από εκείνη του λέκτορα μέχρι του καθηγητή Ιατρικής. Είχα την πολύτιμη θαρρώ εμπειρία, να ζήσω την ανάπτυξη μιας από τις καλύτερες Ιατρικές Σχολές της χώρας, από τα πρώτα της βήματα μέχρι την ενηλικίωσή και καθιέρωσή της. Διετέλεσα αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών από το 1997 μέχρι το 2000 και πρύτανης από το 2000 μέχρι το 2003. Διετέλεσα επίσης διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου. Τα χρόνια εκείνα ήταν ιδιαίτερα δημιουργικά για το Πανεπιστήμιο. Διαχειριστήκαμε ένα εξαιρετικά φιλόδοξο κατασκευαστικό πρόγραμμα, με κτήρια για τα πολλά νέα Τμήματα, που ιδρύθηκαν τότε, καθώς και το εμβληματικό για το Πανεπιστήμιο συνεδριακό κέντρο, αλλά και τη βιβλιοθήκη. Για πρώτη φορά καθιερώσαμε την αξιολόγηση των μελών ΔΕΠ από τους φοιτητές, ενώ κάναμε και μια μελέτη, την πρώτη στη χώρα μας, για τη μελλοντική απασχόληση των αποφοίτων μας και τη συνάφεια αυτής της απασχόλησης με το αντικείμενο των σπουδών τους. Στα χρόνια της πρυτανείας μου εγκαινιάσαμε επίσης τη λειτουργία θερινού σχολείου στην Αρχαία Ολυμπία, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Harvard. Εκείνα τα χρόνια σημαδεύτηκαν ακόμη από την αντιπαράθεση των ΑΕΙ και της τότε κυβέρνησης σχετικά με την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ, στην οποία, ως προεδρεύων της Συνόδου Πρυτάνεων, αγωνίστηκα στην πρώτη γραμμή.
Κατά πόσο ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ αντιμετωπίζει, πέρα από τα φαινόμενα βίας που εμφανίζονται κατά διαστήματα, το ζήτημα της στελέχωσης των Πανεπιστημίων;
Πρέπει εδώ να τονίσω, ότι ο νέος Νόμος για τα ΑΕΙ έχει πολλά θετικά στοιχεία, κάτι που και η Σύνοδος Πρυτάνεων έχει αποδεχτεί. Η κύρια αντιπαράθεση της πανεπιστημιακής κοινότητας αφορά στο νέο μοντέλο διοίκησης και κυρίως τον θεσμό του Συμβουλίου Διοίκησης. Εδώ πρέπει να υπενθυμίσω ότι διετέλεσα πρόεδρος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας από το 2012 μέχρι το 2015. Τα Συμβούλια εκείνα είχαν δημιουργηθεί σύμφωνα με τον Νόμο Διαμαντοπούλου, και αντιμετωπίστηκαν με πολλή επιφύλαξη από μια μερίδα της πανεπιστημιακής κοινότητας, καθώς και από πολλούς πρυτάνεις. Άλλοτε φανερά και άλλοτε υπόγεια. Υπήρξαν βέβαια πραγματικά προβλήματα καθορισμού των αρμοδιοτήτων τους και τελικά καταργήθηκαν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, για το αν προσέφεραν ή όχι, εγώ νομίζω ότι προσέφεραν, αλλά θα τονίσω ότι παρά την ομόφωνη πρόταση των Συμβουλίων προς τον τότε υπουργό Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, να γίνει πριν την κατάργησή τους μια στοιχειώδης αξιολόγηση του έργου τους, αυτό δεν έγινε δεκτό. Θα επισημάνω απλά επιπρόσθετα την μεγάλη όρεξη για προσφορά και τις πολύτιμες γνώμες και προτάσεις των καθηγητών του εξωτερικού, που συμμετείχαν στα Συμβούλια εκείνα. Ο νέος Νόμος προτείνει μια διαφορετική μορφή Συμβουλίου Διοίκησης, με κύρια διαφορά την προεδρία του από τον πρύτανη, τον οποίο το Συμβούλιο εκλέγει. Το Συμβούλιο ασχολείται με τα διοικητικά-οικονομικά θέματα και η Σύγκλητος, πάλι υπό την προεδρία του πρύτανη, με τα ακαδημαϊκά. Η προεδρία και των δύο αυτών ανώτατων οργάνων από το ίδιο πρόσωπο, αν και έγινε για να αποφευχθεί η διαρχία, αποτελεί κατά τη γνώμη μου και το σημείο αδυναμίας του Νόμου. Απαιτεί την παρουσία ενός πρύτανη-ταχυδακτυλουργού, που θα φοράει δύο διαφορετικά καπέλα, ένα για το κάθε όργανο. Η ταχύτητα και η πειστικότητα με την οποία θα τα αλλάζει και θα προσαρμόζεται κατάλληλα, θα αποτελέσει και το κριτήριο της επιτυχίας του. Η δημιουργία ενός σώματος φύλαξης και ασφαλείας στα Πανεπιστήμια ήταν μια ανάγκη και δεν μπορούμε να κρυβόμαστε επ’ άπειρον, ότι δήθεν όλα βαίνουν καλώς. Μπορούσε να γίνει με λιγότερη φανφάρα και να συνδεθεί οργανικά με τις ομάδες φύλαξης, που δημιουργούνται μέσα στα Ιδρύματα. Πιστεύω ότι το μέλλον τους θα κριθεί από τη συμπεριφορά τους, όταν κληθούν να επέμβουν.
Μήπως αντί να τονίζεται διαρκώς το πρόβλημα της έλλειψης χρηματοδότησης, θα έπρεπε να υπογραμμιστεί περισσότερο η ανάγκη για την αποτελεσματικότερη διαχείρισή της;
Το ζήτημα των κονδυλίων και της στελέχωσης των ΑΕΙ είναι ένα μόνιμο πρόβλημα, που, ιδιαίτερα εκείνο της στελέχωσης, έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της αποχώρησης των παλιών και τις μη αποτελεσματικές διαδικασίες αναπλήρωσής τους. Δεν νομίζω ότι ο Νόμος προσφέρει κάποια σημαντική λύση στα θέματα αυτά. Σίγουρα πάντως προσπαθεί για πρώτη φορά με σοβαρότητα, να αντιμετωπίσει το θέμα του νεποτισμού στα ΑΕΙ. Στο θέμα της αποτελεσματικότερης διαχείρισης γίνεται μια προσπάθεια επίσης με τον νέο θεσμό του εκτελεστικού διευθυντή, αν αυτός εφαρμοστεί και αν έχει πραγματικά κονδύλια, για να διαχειριστεί.
Πόσο εύκολο είναι να καμφθούν δεδομένα δεκαετιών στα ΑΕΙ, ώστε να πραγματωθούν, μεταξύ άλλων, οι νέες ρυθμίσεις για διεπιστημονικά προγράμματα σπουδών, κινητικότητα φοιτητών μεταξύ πανεπιστημίων, αλλαγές στα μεταπτυχιακά και διδακτορικά προγράμματα κ.ά.;
Τα διεπιστημονικά προγράμματα σπουδών, η κινητικότητα των φοιτητών μεταξύ Πανεπιστημίων και οι αλλαγές στα μεταπτυχιακά και διδακτορικά προγράμματα είναι μεν προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά θα απαιτηθεί επαρκής χρόνος, για να εφαρμοστούν με επιτυχία. Θα υπάρξει αυτός ο χρόνος; Ήδη η μείζων αντιπολίτευση έχει δηλώσει, ότι αν γίνει κυβέρνηση, θα καταργήσει αυτόν τον Νόμο. Αυτό άλλωστε είναι και το μέγα πρόβλημα της Παιδείας στη χώρα μας. Όταν έγινα πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών το 2000, ο τίτλος μιας συνέντευξης που έδωσα τότε στα ΝΕΑ, ήταν η έκκλησή μου για «Εθνική πολιτική στην Παιδεία». Αίτημα που παραμένει μέχρι σήμερα απραγματοποίητο!
Με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ για τα Πανεπιστήμια, μέριμνά της είναι η σύνδεση της πανεπιστημιακής έρευνας και καινοτομίας με τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ποιες δυσκολίες συναντά το εγχείρημα στη χώρα μας;
Η σύνδεση της πανεπιστημιακής έρευνας με τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι στην εποχή μας επιτακτική ανάγκη. Σε πολλές χώρες εφαρμόζεται με σχετική ή και μεγάλη επιτυχία. Στη χώρα μας οι εξαιρέσεις στις οποίες έχει δώσει αποτελέσματα, είναι τόσο λίγες, που γίνονται θέματα στα δελτία ειδήσεων. Για πολλούς μάλιστα μέσα στην πανεπιστημιακή κοινότητα είναι παραδείγματα προς αποφυγήν. Χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας μέσα στα Πανεπιστήμια, αλλά και μεγαλύτερη διευκόλυνση και κατοχύρωση των μελών ΔΕΠ στην αξιοποίηση των πορισμάτων της έρευνάς τους. Εδώ πρέπει να γίνει πολλή δουλειά από τα νέα Συμβούλια Διοίκησης.
Ποιος κατά τη γνώμη σας θα έπρεπε να είναι ο ρόλος των φοιτητικών συλλόγων;
Οι φοιτητικοί σύλλογοι είναι απαραίτητοι και πρέπει να έχουν λόγο σε όλα σχεδόν τα πανεπιστημιακά σώματα. Η μετατροπή τους, όμως, σε κομματικά φερέφωνα, αδικεί κατ’ αρχήν τους ίδιους τους φοιτητές και τελικά ακυρώνει την αξιοπιστία τους. Πρέπει να μάθουν να διεκδικούν με σωστό τρόπο τα αιτήματά τους και να μην επιτρέπουν να διεκδικούνται από τα κόμματα.
Ένα σχόλιο σας για το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Ποια περιθώρια ανάπτυξής του βλέπετε σήμερα;
Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας το γνώρισα πολύ καλά στα τρία σχεδόν χρόνια που υπήρξα πρόεδρος του Συμβουλίου. Πρόκειται για ένα πολύ δυναμικό Πανεπιστήμιο, που στο μικρό σχετικά διάστημα της λειτουργίας του έχει καταφέρει να πλησιάσει πάρα πολύ και σε μερικούς μάλιστα τομείς να ξεπεράσει παλαιότερα ιδρύματα της χώρας. Τελευταία προέκυψε μια μεγάλη επέκταση με νέα Τμήματα, που αποτελούν μεν μια ευπρόσδεκτη πρόκληση, αλλά χρειάζεται και πολλή δουλειά, για να ορθοποδήσουν. Έχει επίσης κάνει εξαιρετική πρόοδο στις συνεργασίες με Πανεπιστήμια του εξωτερικού, που ελπίζω ότι θα αποβούν εξαιρετικά αποδοτικές. Είναι πλέον ένα ολοκληρωμένο Πανεπιστήμιο με εξαιρετικά μέλη ΔΕΠ και αν απαλλαγεί-όπως και όλα τα ΑΕΙ-από άσκοπες παρεμβάσεις της Πολιτείας και αν μπορέσει επίσης να συνδεθεί με ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία με την κοινωνία, στις πόλεις που έχει αναπτυχθεί, ευελπιστώ ότι θα έχει ένα λαμπρό μέλλον.