Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

Για τη Τζένη Βάνου: Αν είναι η αγάπη αμαρτία

Πέθανε η Τζένη Βάνου, που σίγουρα σημάδεψε με τη φωνή της μιαν εποχή. Δεν ήμουν ποτέ φίλος και θαυμαστής αυτού του είδους τραγουδιού, αλλά πρόκειται αναμφίβολα για μεγάλη φωνή.

Εδώ σε μουσική Μϊμη Πλέσσα και στίχους Ηλία Λυμπερόπουλου.





Στην Μπριζ, αδελφοί μου, στην Μπριζ και… στον Βόλο

Αναδημοσιεύω ένα άρθρο του Ανδρέα Παππά από την Athens Voice.

Αφορμή για το σημερινό κείμενο δύο ειδήσεις, μία απ’ τον  ελληνικό Τύπο και μία από το διεθνή. Η πρώτη έρχεται από τον Βόλο, η δεύτερη από την Μπριζ, στο Βέλγιο. Στον Βόλο, λοιπόν, έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες (ό,τι και αν σημαίνει αυτό…) ώστε να λειτουργήσει επιτέλους  αποτεφρωτήριο. Βέβαια, παρά την ύπαρξη σχετικού νόμου ήδη από το 2006 και αντίστοιχου προεδρικού διατάγματος από το 2009, φαίνεται πως κι εκεί υπάρχουν «αντιδράσεις». Από ποιον;  Μα από το παπαδαριό, ποιον άλλον;
Ας μην ξεχνάμε ότι ανάλογη πρωτοβουλία πριν από μερικά χρόνια, εδώ δίπλα, στο Μαρκόπουλο, ναυάγησε λόγω αντίδρασης του τοπικού δεσπότη. Όπως και στον Βόλο, υπήρχε κι εκεί ένας ανοιχτόμυαλος δήμαρχος, ο οποίος με στέρεα επιχειρήματα υποστήριζε τη δημιουργία αποτεφρωτήριου, επικαλούμενος μεταξύ άλλων και τα οικονομικά οφέλη που θα είχε η περιοχή. Όμως, σιγά μην άφηναν οι «ποιμένες» να γίνουν τέτοια πράγματα! Δική τους η μητρόπολη, δική τους, απ’ ό,τι φαίνεται, και η απόφαση τι θα κάνει κάθε πολίτης αυτής της χώρας το σώμα του, όταν έρθει η ώρα εκείνη… Έτσι, όπως και για το αν εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνοι της χώρας θα αποκτήσουν τζαμί ή όχι και πού, για το αν δύο ενήλικοι άνθρωποι του ίδιου φύλου θέλουν και επισήμως να συζούν, για… για… το παπαδαριό φαίνεται να έχει όχι μόνο λόγο, αλλά και ένα είδος βέτο. 
Και με όλους εμάς τους χιλιάδες μη χριστιανούς, και γενικότερα μη θρησκευόμενους, τι γίνεται; Γιατί να μην μπορούμε, σεμνά και αθόρυβα, να πάμε για την αποτεφρωσούλα μας εδώ κοντά στο Μαρκόπουλο, ή έστω στον Βόλο (αυτό, οι απόγονοί μας θα μπορούσαν, ας πούμε, να το συνδυάσουν πολύ ωραία και με τριήμερο στο Πήλιο); 
Να λοιπόν που στη χώρα αυτή των Βαλκανίων που λέγεται Ελλάς, και που σε κάποια ζητήματα θυμίζει μάλλον το Ιράν των αγιατολάδων, ακόμα και το πιο ιερό, το πιο βαθιά ατομικό δικαίωμα, το δικαίωμα να επιλέγει κανείς τον τρόπο της ταφής του, στην πράξη αμφισβητείται. Έτσι, ο πολίτης καλείται να πληρώσει μια μικρή περιουσία (αν έχει) για να τον πάνε στην Ελβετία ή, έστω, ένα πολύ σημαντικό ποσό για να αποτεφρωθεί στη γειτονική Βουλγαρία.

Ένα άλλο θέμα-κλειδί, αν θέλουμε πράγματι να μιλάμε για δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού, είναι βέβαια το δικαίωμα στην ευθανασία. Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσω πόσο πίσω βρίσκεται η χώρα μας και σε αυτό το πεδίο, ιδίως αν τη συγκρίνει κανείς με τις ραγδαίες εξελίξεις που παρατηρούνται σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο. Αντί για αυτό, θα αρκεστώ σε ένα πολύ ενδιαφέρον, κατά τη γνώμη μου, περιστατικό από την πρόσφατη ειδησεογραφία.
Διάβασα, λοιπόν, στο γαλλικό Τύπο για έναν Βέλγο, πρώην πρωταθλητή του στίβου, τον  Emiel Pauwels, ο οποίος, στα 95 του χρόνια, ξέροντας ότι πάσχει από ανίατο καρκίνο, οργάνωσε «γιορτή ευθανασίας» στο σπίτι του στην Μπριζ. Εκεί, με τους συγγενείς και τους φίλους του, το γλέντησαν κανονικά, τρώγοντας και πίνοντας μπόλικη σαμπάνια. Και μετά… ήρθε ο γιατρός με την ένεση. Λίγο πριν, πάντως, ο Emiel, με ένα πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπό του, είχε δηλώσει: «Ποιος δεν θα ’θελε να τελειώσει τη ζωή του πίνοντας σαμπάνια με τους φίλους του; Ήταν η πιο ωραία γιορτή της ζωής μου». Σοφία βαθιά, σοφία ανθρώπου που έχει χορτάσει και ξεζουμίσει τη ζωή. «Ο δε σοφός ούτε παραιτείται το ζην, ούτε φοβείται το μη ζην», έλεγε ο  Επίκουρος.
Αυτά και άλλα, λοιπόν, γίνονται στον πολιτισμένο κόσμο.  Όσο για μας εδώ, περιμένουμε να δώσουν την άδειά τους οι κάθε λογής ιεροεξεταστές προκειμένου να μπορούμε κάποτε να ασκούμε στοιχειώδη δικαιώματά μας, όπως το δικαίωμα να «απέλθουμε» όποτε και όπως θέλουμε ή να επιλέγουμε τι θα απογίνει το σώμα μας.