Του Ανδρέα Πετρουλάκη, από το protagon.gr
Καταλάβατε τι συμβαίνει στη χώρα μας τις τελευταίες μέρες; Ψηφίζεται στη Βουλή για τρίτη φορά αυτό που τις προηγούμενες δύο γέμισε την Πλατεία Συντάγματος με οργισμένα πλήθη που έβαζαν φωτιές και έσπαγαν μάρμαρα για τις ζωές που τους έκλεβαν. Ήταν εκείνες οι ηρωικές ημέρες που άκουγες συχνότερα τις λέξεις προδότες και γερμανοτσολιάδες από τις καλημέρα- καλησπέρα (έτσι κι αλλιώς πολλοί την είχαν κόψει την καλημέρα τελείως), ενώ πού και φορά πρόβαλλαν από την αχλύ των δακρυγόνων οι σεπτές μορφές του Μίκη Θεοδωράκη και του Μανόλη Γλέζου με την οργή του λαού χαραγμένη στο πρόσωπό τους, υποβασταζόμενοι από τους αρχηγούς του αντιμνημονιακού μετώπου. Έλεγες ότι την επόμενη φορά που θα μαζευτεί κόσμος στο Σύνταγμα θα ήταν για να στηθούν κρεμάλες.
Φευ, την επόμενη φορά στο Σύνταγμα μαζεύτηκαν 300, όλοι μέσα στη Βουλή και έξω οι ανθοπώλες. Οι πάλαι υποβαστάζοντες τους θρυλικούς αγωνιστές αρχηγοί ψήφιζαν ανεπαισθήτως το δικό τους Μνημόνιο και ο λαός, εκείνος που παλιά μάζευαν στις ρούγες, σήμερα ήταν σπίτι. Πού πήγε η ιερή του αγανάκτηση τώρα που όλα είναι χειρότερα; Κουράστηκε, στόμωσε, αποκαρδιώθηκε και εγκατέλειψε; Μίσησε τόσο πολύ τους προηγούμενους ώστε έδωσε σε αυτούς οσοιδήποτε ανοχή χρειαστεί; Τους πίστεψε τόσο πολύ που ακόμα ζει στη φαντασίωση που του χάρισαν απλόχερα μέχρι να νιώσει στην τσέπη του την πραγματικότητα; Σε κάθε περίπτωση ένα μεγάλο κομμάτι του λαού χειραγωγήθηκε. Δύο κόμματα, και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, έδειξαν εκπληκτική δύναμη και ικανότητα διαχείρισης του θυμού και της ελπίδας του κόσμου επί πέντε χρόνια και της παραίτησης και του φόβου του τώρα.
Παρακολουθεί ο λαός απαθής σήμερα να του βάζουν μεγαλύτερους φόρους αυτοί που κατήγγειλαν την υπερφορολόγηση, να του αυξάνουν εισιτήρια και χαράτσια αυτοί που τον καλούσαν να μην τα πληρώνει, να του μειώνουν την επιδότηση πετρελαίου οι ίδιοι που μιλούσαν για δολοφόνους με μαγκάλια, να κόβουν τη χρηματοδότη του ΕΣΥ εκείνοι που μιλούσαν για νοσοκομεία-νεκροταφεία, να αφήνουν χιλιάδες κενά στα σχολεία αυτοί που ούρλιαζαν για εγκατάλειψη της δημόσιας Παιδείας, να περικόπτουν μισθούς και να εξολοθρεύουν συντάξεις αυτοί που μιλούσαν για βίαιη φτωχοποίηση των Ελλήνων, να διογκώνουν την ανεργία αυτοί που αδιακόπως φώναζαν για τους 1,5 εκατομμύριο ανέργους (για αυτοκτονίες δεν ακούει πια γιατί προφανώς σταμάτησαν να καταμετρώνται στις 25 Ιανουαρίου). Μία σουρεαλιστική αντιστροφή της πραγματικότητας με ένα χλωμό σενάριο που γεφυρώνει το κενό ανάμεσα στις δύο εποχές: «Εμείς διαπραγματευτήκαμε σκληρά- μα και οι άλλοι διαπραγμάτευση κάνανε, ναι αλλά εμάς μας εκβίαζαν- μα και τους άλλους τους εκβίαζαν, οι άλλοι το πίστευαν, εμάς είναι αντίθετο στην ιδεολογία μας».
Δεν χρειάστηκε καν να προσπαθήσουν να επινοήσουν κάτι σοβαρότερο από αυτό το φαιδρό στόρι «και τώρα δίκιο έχουμε και τότε δίκιο είχαμε». Με αυτό πήραν εκλογές από τα αποδυτήρια και με αυτό κέρδισαν την εξέδρα χωρίς να παίξουν μπάλα. Έπεισαν γιατί αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά είναι να πείθουν. Αυτό είναι στην ουσία ο ΣΥΡΙΖΑ. Ένα σοφά μελετημένο, καλοσχεδιασμένο και αποτελεσματικό Εργαστήριο Επικοινωνίας. Ένα τεράστιο επικοινωνιακό κόλπο που έχει στηθεί στα πάνελ, στον Τύπο και το διαδίκτυο, τόσο αριστοτεχνικά δομημένο που κάνει τους πολιτικούς του αντιπάλους να μοιάζουν με ερασιτέχνες. Το πολιτικό του περιεχόμενο ήταν της τάξεως του 2.5% και αυτό το πήρε ο Λαφαζάνης και έφυγε. Όμως δεν άλλαξε τίποτα, μολονότι τρώθηκε πολιτικά διατήρησε ανέπαφο το επικοινωνιακό του κέλυφος, τη σημαντικότερη δηλαδή περιουσία του. Επειδή όμως δεν γίνεται να κυβερνήσεις για πολύ με επικοινωνία, το μέγα ερώτημα είναι αν έχει τη δυνατότητα να την υποκαταστήσει με πολιτική. Κυρίως με δική του πολιτική ταυτότητα πέραν του υβριδίου ρητορική Λαφαζάνη, πολιτική Σαμαρά με στολή Καμμένου, που είναι σήμερα.