Θα σε περιμένω είχα πει
Στο τέρμα της διαδρομής
Εκεί που οι άλλοι θάχουν ξεχάσει
Ή θάχουν ξεχαστεί…
Θα είμ’ εκεί,
μετά των σειρήνων το τραγούδι
και των κολάκων το νανούρισμα,
κρατώντας την πυξίδα.
Και τότε θε να βρούμε το δρόμο μας.
Δεν θάν’ η λεωφόρος, που έλπιζες,
μήτε η δημοσιά και το ξάγναντο,
ένα μονοπάτι μας έλαχε,
ανάμεσα στις ξερολιθιές και τα ρείκια,
που τερματίζει αδιαπραγμάτευτα
και δίχως παράκαμψη καμιά
στο μικρό κοιμητήρι που αγναντεύαμε μαζί.