Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Φωνές που χρειάζονται (αλλά ποιος τις ακούει;)

Ένα κείμενο του ποιητή Μανόλη Πρατικάκη, από το Protagon.gr


Δεν είναι τυχαίο ότι η λέξη κρίση προέρχεται από το ρήμα κρίνω, έχει την ίδια ρίζα με τη διανοητική κρίση, την κριτική απέναντι στα πράγματα, την κριτική του ορθού λόγου με την οποία στοχαζόμαστε τον εαυτό μας και τον κόσμο.
Η κρίση που περνάει η χώρα μας είναι κρίση πρωτίστως συνειδησιακή, αξιακή, γιατί για πολλές 10ετίες ζούσαμε με τρομερές αυταπάτες. Χωρίς μια τέτοια θεμελιακή κρίση δεν μπορούν να γίνουν θεμελιακές ανατροπές, ενός λαού και ενός Έθνους  που ζούσε ουτοπικά με κάθε λογής ψευδαισθήσεις. Η οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα, όσο δραματική κι αν είναι, είναι το επιφαινόμενο. Αν κάποιος μαγικός μηχανισμός μας έλυνε το οικονομικό πρόβλημα, μάλλον θα μας έκανε κακό, γιατί θα κουκούλωνε τις ουσιαστικές παθογένειες και τις γενεσιουργές τους αιτίες, δηλ. έναν διεφθαρμένο κρατικό μηχανισμό, αναποτελεσματικό και αναξιόπιστο με το προσωπικό που το στελεχώνει το ίδιο διεφθαρμένο και άπληστο.
Ο Νεοελληνικός βίος χτίστηκε σε σαθρά θεμέλια, πρωτίστως αξιακά και πνευματικά. Οργανώθηκε πάνω στις οθωμανικές αρχές του ρουσφετιού, της συναλλαγής και της παντελούς έλλειψης Αξιοκρατίας. Κυριάρχησαν ο εύκολος πλουτισμός και η άκρατη υλοφροσύνη. Η πλήρης ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών, η ατιμωρησία και η αυθαιρεσία σε όλα τα επίπεδα. Η εξ υπαρχής παραγραφή κάθε προαναγγελθέντος σκανδάλου. Ο επαίσχυντος νόμος περί ευθύνης υπουργών. Τα τσιφλίκια και τα τσιτάτα των πολιτικών, με όλη την κλιμάκωση, έως τον τελευταίο πολίτη, συνυπεύθυνο και συνένοχο, στη δική του μικρή κλίμακα. Ο ψηφοφόρος που εκβιάζει τον κομματάρχη αν δεν διορίσει παράνομα την κόρη του. Ο κομματάρχης που εκβιάζει το βουλευτή, ο βουλευτής τον υπουργό, έως την κορυφή της πυραμίδας. Βλέπετε είναι πάντα παρόν το φάντασμα της επάρατης επανεκλογής και ο δαίμων του πολιτικού κόστους. Αυτή αποτελεί την ιδεολογική τους πλατφόρμα. Τα άλλα ιδεολογήματα και δημοκρατικά ιδεώδη είναι το προπέτασμα καπνού τα ψεύτικα μεγάλα λόγια. Τα λόγια του ποιητή: «Ελευθερία, Ανάπηρη πατρίδα μου πάλι σου τάζουν». Και ενώ η πεφωτισμένη Αριστερά διατείνεται (και δικαίως) ότι είναι μέσα στα συμφραζόμενα του καπιταλισμού, όλη αυτή η παθογένεια να μπαίνει το κέρδος πάνω από όλες τις αξίες και όχι ο άνθρωπος, συμμετέχει και η ίδια σ’ αυτό το επάρατο παιχνίδι. Και όλοι εμείς οι δήθεν αθώοι, γιουρούσι στην εμποροπανήγυρη της ματαιοδοξίας και της ρουσφετολογίας. Ο Νεοέλληνας είναι φύσει ετερομομφικός.  Πάντα φταίνε οι άλλοι. Αλλά το μεγάλο φαγοπότι στο φόρτε του. Με δανεικά; Και γιατί όχι ρε φιλάρα; Θα του πει ο ευφυέστατος Ελληναράς. Τα 4Χ4 στην πλήρη τους οίηση!
Φτάνει, ως εδώ. Ήρθε η ώρα της αλήθειας. Αλλά πώς να στερηθούμε όντας πρωταθλητές παχυσαρκίας. Και παρ’ ότι το καράβι «Ελλάς» αρχίζει να ποντίζεται ακόμη και τώρα, με τεράστια προσχηματικά τερτίπια, με ομιχλώδεις μεγαλοστομίες και επαναστατικές  μπροσούρες γραμμένες με χοντροκομμένη οίηση, τα μειράκια αντί να απαντούν, ρητορεύουν. Αντί να πράττουν, το ρίχνουν στην καταγγελτική κριτική και στις δαιμονοποιήσεις των κακών, έχοντας κατά νου, όχι πως θα σώσουν την χώρα, αλλά πώς να μη μπει στο περίφημο «κάδρο» το μαγαζάκι τους. Δεν θέλουν να κυβερνήσουν γιατί ο αφελής λαός θα τους εντάξει στη χορεία των κακών. Και τότε αλίμονο, θα μειωθούν τα ποσοστά τους. Το βλέπει κανείς  πίσω απ’ τα λόγια τους ποια είναι η ιερή τους αγωνία. Γιατί το να κυβερνάς κοστίζει και φθείρει κι επιπλέον σου καίει τα φτερά της «επαναστατικότητας». Αυτό είναι το ουσιώδες. Τι, για πατρίδες να μιλάμε τώρα; Το διακύβευμα είναι η πρωτιά.
Έγινε ένα μεγάλο κακό τα τελευταία χρόνια και πάμε να το αντιμετωπίσουμε με ένα μεγαλύτερο κακό; Δεν μπορούμε νηφάλια, συλλογικά, με εθνική συνείδηση να βρούμε το μικρότερο κακό, που λέει ο Σεφέρης; Δεν οφείλουμε να σεβαστούμε τις αβάσταχτες θυσίες ενός ολόκληρου λαού, που βρίσκεται ο μισός στο βάραθρο; Δεν πρέπει να σβήσουμε πρώτα τη φωτιά κι ύστερα να αλλάξουμε την εσωτερική διαρρύθμιση;
Σε βάθος χρόνου η κρίση αυτή θα καταστεί γόνιμη, οδηγώντας μας σε έναν εκ βαθέων αναστοχασμό. Σε μια ολική αυτοαναίρεση και αμφισβήτηση όλων των καταστατικών στερεοτύπων και δεδομένων, που έχουν διαβρώσει τις θεμελιώδεις συνιστώσες της ζωής. Κυρίως τις σχέσεις Ατομικού – Συλλογικού. Στην αρχαία Αθήνα, κάθε πολίτης «σήκωνε την πόλη στους ώμους και πήγαινε». Εκείνους που δεν συμμετείχαν στα κοινά, τους αποκαλούσαν περιφρονητικά ιδιώτες. «Ιδιωτεία» (με ει), που θα πει μικρονοϊκούς, ανόητους, κρετίνους. Οι περισσότεροι Νεοέλληνες, όντας απαθή ενεργούμενα της ιστορίας, μοιάζουν μ’ εκείνους και γι’ αυτό, προς το παρόν το «Εγώ» των Ελλήνων είναι κατά χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα μεγαλύτερο από την ίδια την Ελλάδα.
Κάθε μεγάλη κρίση γεννά ένα θεμελιακό ρήγμα, με οδυνηρές συνέπειες για τη θεσμοθετημένη τάξη των πραγμάτων μιας ορισμένης εποχής. Είναι ένα είδος σεισμού που με τις τεκτονικές δονήσεις του καταρρέουν όλα τα σαθρά οικοδομήματα, που συντηρούσε ο παρασιτισμός και η Ανομία… κάθε καταστροφή δημιουργεί πανικό και δάκρυα, αλλά βαθιά μέσα της εμπεριέχει μια μικρή ή μεγάλη Αναγέννηση.
Η ηρακλείτεια ρήση «Πόλεμος πάντων πατήρ» αυτό διδάσκει και επισημαίνει. Είμαι φύσει αισιόδοξος. Υπάρχει νομοτελειακή ακμή και παρακμή. Πιστεύω στην αρχή της Εναντιοδρομίας. Το παλιό που φεύγει φέρνει το καινούργιο. Αλλά όχι με μοιρολατρία. Οφείλουμε όλοι μαζί να υψώσουμε το ανάστημά μας με λογισμό και όνειρο, με ανιδιοτέλεια και σωφροσύνη, αφήνοντας κατά μέρος τα επί μέρους και προσωπικά, σε μια έξοδο, τραβώντας ενάντια στους φαρισαϊσμούς. Για τις μελλοντικές γενιές η κρίση θα κάνει καλό. Αλλά δεν έχουμε το δικαίωμα να αγνοήσουμε τις αβάσταχτες θυσίες των απόρων ανθρώπων. Αυτές τις οριζόντιες σπαθιές επάνω στα κεφάλια των γηραιών συνταξιούχων, που δεν μπορούν να περιμένουν. Των ανέργων των ανήμπορων που δεν έχουν το προνόμιο να ελπίζουν στο μέλλον. Είναι χιλιάδες που δεν μπορούν να περιμένουν. Αυτούς πρέπει να σκεφτόμαστε και γι’ αυτούς πρέπει ν’ αποκτήσει στοχασμό και βαρύτητα η βούλησή μας. Είναι καιρός να αφήσουμε τα μεγάλα λόγια, τις μεγάλες μαγικές προσδοκίες που χαϊδεύουν απατηλά τα αυτιά των απλών και απελπισμένων ανθρώπων. Ο δρόμος είναι μακρύς, αρκετά μακρύς. Και οφείλουμε να βάλουμε φρόνηση πριν ασπρίσουν τα μαλλιά μας όπως λέει ο Σαίξπηρ.
Για να είμαστε σοβαροί δεν μπορούμε να αθετούμε διεθνείς συμβάσεις και υποχρεώσεις, με συνέπεια να καταντούμε διεθνώς αναξιόπιστοι. Μπορούμε όμως όλοι μαζί, με ευθύνη και ανυποχώρητη μαχητικότητα στις διαπραγματεύσεις, να αλλάξουμε δραστικά τους όρους και τις συνθήκες αποπληρωμής του αβάσταχτου χρέους, στον μέγιστο βαθμό, αμοιβαία και όχι μονομερώς, θέτοντας δραστικά, τώρα που οι συνθήκες πάνε να ωριμάσουν, το θέμα της ανάπτυξης, έχοντας στο πλευρό μας τώρα νέους συμμάχους, που δεν επιμένουν στην αποτυχημένη «συνταγή» της διαρκούς υφεσιακής λιτότητας, που αναπαράγει την ύφεση. Και ταυτόχρονα ανακτώντας τη χαμένη αξιοπιστία, αλλά κυρίως ανακουφίζοντας έναν ασθμαίνοντα λαό που βρίσκεται σε κατάσταση εξαθλίωσης και πανικού. Δεν μπορούν οι εκπρόσωποι της πολιτικής σκηνής να παίζουν με τις λέξεις, να κρύβονται πίσω από τις λέξεις, για να μεγιστοποιούν τις διαφορές και την ασυνεννοησία, σε ένα θέατρο του παραλόγου, που παίζεται εδώ και μήνες, πάνω στα συντρίμμια αυτών που τάχα τα συμφέροντα εκπροσωπούνε. Παρακολουθείστε ένα Panel στην T.V. είναι ομιλίες, κωφαλάλων. Δεν προσεγγίζουν αυτά που τους ενώνουν σε αυτή την εθνική κρίση, τη μεγαλύτερη της πρόσφατης ιστορίας. Φανατικοί και διαπρύσιοι, αφηγούνται τάχα το χάος που τους χωρίζει, για μικρόψυχους σκοπούς.
Πίσω από τη ρητορική τους, διακρίνεις ολοφάνερα τις σκιές του ψεύδους ενός ανεύθυνου κομματικού οπορτουνισμού. Τάχα σε έναν πραγματικό πόλεμο (μήπως σε εμπόλεμη ζώνη δεν ζούμε), που θα απειλούσε τη χώρα μας, με την ίδια νηφαλιότητα, σύνεση και σωφροσύνη θα αντιδρούσαν οι ταγοί του έθνους; Αυτό είναι το ήθος της κουλτούρας τους; Δεν διδάχτηκαν τίποτα από τη μεγαλειώδη, σοφή, ηρακλείτεια ρήση: «Του Λόγου δ’ σόντος ξυνού ζώουσιν οι πολλοί ως ίδιαν έχοντες φρόνεσιν = Ενώ ο Λόγος είναι κοινός για όλους. Ο καθένας νομίζει πως έχει τη δική του φρόνηση», κατέχοντας τη μοναδική αλήθεια «κάτοχος πάντων των φώτων».
Δεν είναι καιρός για εύκολους ηρωισμούς, για ρητορείες και λεονταρισμούς, σε καιρούς που τα προβλήματα μαστίζουν όχι μόνον εμάς, αλλά πολύ μεγαλύτερα και πολύ πιο αναπτυγμένα έθνη.
Με όλο το σεβασμό, δεν είναι η στιγμή να κατεβάσουμε τη Γερμανική Σβάστικα Μ. Γλέζο από την Ακρόπολη. Αλλά να υποστείλουμε τη σημαία της δικής μας μισαλλοδοξίας και του δικού μας Αμοραλισμού μέσα σε αυτή τη νύχτα των Αφρόνων.