Είναι στους περισσότερους από μας γνωστή η λεγόμενη "αντίδραση στο ψευδοφάρμακο" ή placebo effect. Αφορά όλες εκείνες τς περιπτώσεις, στις οποίες παρατηρείται κάποια βελτίωση στην κατάσταση της υγείας ή έστω σε κάποια συμπτώματα, παρά το ότι ο ασθενής δεν παίρνει κάποια δραστική φαρμακευτική ουσία, αλλά αδρανείς ουσίες, πχ χάπια με νερό και ζάχαρη. Ο ίδιος βέβαια δεν το γνωρίζει, οπότε η όποια βελτίωση στηρίζεται στην κινητοποίηση μηχανισμών του εγκεφάλου, οι οποίες έχουν θετικές επιπτώσεις. Το ίδιο φαινόμενο φαίνεται ότι δρα και σε ένα σωρό άλλες περιπτώσεις, στις οποίες αμφίβολης σημασίας "θεραπευτικές" ενέργειες έχουν ευεργετική επίδραση, κάτι που θεωρείται ότι είναι και ο κύριος τρόπος των "επιτυχιών" των περισσότερων μορφών της λεγόμενης "εναλλακτικής ιατρικής". Το φαινόμενο placebo είναι πραγματικό και αναγνωρίζεται από την επιστήμη, αφού χρησιμοποιείται σε όλες τις διπλές τυφλές μελέτες, στις οποίες δηλαδή ούτε ο γιατρός ούτε ο ασθενής γνωρίζουν αν χορηγείται το φάρμακο ή το ψευδοφάρμακο. Στις μελέτες αυτές σχεδόν πάντοτε η ομάδα που παίρνει το ψευδοφάρμακο εμφανίζει έστω και μικρή βελτίωση των συμπτωμάτων και για να αποδειχτεί η αξία του φαρμάκου πρέπει η αντίδραση σε αυτό να είναι σαφώς (με στατιστικούς όρους) μεγαλύτερη.
Ένα αντίθετο φαινόμενο, το οποίο δεν είναι τόσο πολύ γνωστό, είναι το nocebo effect ή η αντίδραση σε αναμενόμενη βλάβη, όπου η χορήγηση μιας αδρανούς (ή πάντως άσχετης με την αντίδραση) ουσίας συνοδεύεται από επιδείνωση της κατάστασης. Η αντίδραση αυτή είναι περισσότερο εμφανής μετά από λήψη φαρμάκων και ιδιαίτερα όταν γνωρίζουμε τις πιθανές παρενέργειες. Αυτός ακριβώς είναι ένας λόγος που οι γιατροί αποφεύγουν να μιλάνε για τις πιθανές παρενέργειες όταν χορηγούν ένα φάρμακο. Μπορεί, όμως, να αφορά και πολλές άλλες περιπτώσεις, στις οποίες έχουμε συνδέσει στο μυαλό μας ένα συμβάν, ακόμη κι ένα βλέμμα (το κακό μάτι πχ) με μια δυσμενή επίδραση, η οποία προκαλείται και πάλι μέσα από εγκεφαλικούς μηχανισμούς.
Τα δύο αυτά φαινόμενα (placebo και nocebo) είναι προφανώς οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος και αυτό που τελικά εκδηλώνεται (ευμενής ή δυσμενής επίδραση) εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις προσδοκίες μας. Οι συμμετέχοντες σε δοκιμασίες φαρμάκων μπορεί να επηρεαστούν δηλαδή σε τέτοιο βαθμό με τον κατάλληλο χειρισμό τους πριν τη χορήγηση μιας αδρανούς ουσίας, ώστε άλλοι να εμφανίσουν θετική ανταπόκριση και άλλη αρνητική, ανάλογα με αυτά που περιμένουν.
Όλα αυτά δείχνουν πόσο δύσκολη είναι μερικές φορές η προσπάθεια αξιολόγησης κάποιων θεραπευτικών παρεμβάσεων (ιδιαίτερα εκείνων που δεν βασίζονται σε αντικειμενικά μετρήσιμα αποτελέσματα, αλλά σε υποκειμενικές παραμέτρους, όπως πχ ο πόνος και το άγχος). Δείχνουν όμως ακόμη και τις πραγματικά απίθανες δυνατότητες που έχει ο εγκέφαλός μας να μας "ξεγελάει".