Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Βιργιλίου Θάνατος του Hermann Broch


Πρόκειται για ένα έργο-ποταμό 700 και σελίδων, που περιγράφει τις τελευταίες ώρες της ζωής του Βιργίλιου. Είναι από τα δυσκολότερα κείμενα που έχω διαβάσει και η μετάφρασή του από τα γερμανικά στα ελληνικά αποτελεί έναν άθλο του Γιώργου Κεντρωτή.
Ο συγγραφέας έχει χωρίσει το έργο του σε τέσσερα μέρη Ύδωρ-Η Έλευση, Πυρ-Η Κάθοδος, Γη-Η Προσδοκία και Αιθήρ- Ο Νόστος. 
Πρόκειται στην ουσία για ένα συνεχή μονόλογο του ποιητή με αναφορές στη ζωή του και το έργο του. Το σημείο που ζωντανεύει κάπως το έργο είναι ο φανταστικός διάλογος του ποιητή με τον Αύγουστο, καθώς ο πρώτος κυριεύεται από μια μανία να καταστρέψει το έργο του πριν πεθάνει και ο Αύγουστος προσπαθεί να τον μεταπείσει, κάτι που τελικά πετυχαίνει. 
Το τέλος του έργου είναι επίσης εξαιρετικό, καθώς παρακολουθούμε μια "ανάστροφη διαδικασία δημιουργίας του κόσμου", δοσμένη με εντυπωσιακές εικόνες σε μια χαρακτηριστική Μπροχιανή γλώσσα.
Το κύριο ακριβώς χαρακτηριστικό του έργου είναι η γλωσσοπλασία. Ο Broch δημιουργεί ένα απίθανα μεγάλο αριθμό νέων λέξεων, κάτι στο οποίο τον βοηθά η συνθετική δυνατότητα, που δίνει η γερμανική γλώσσα, που είναι μια κατ'εξοχήν σύνθετη γλώσσα. Και αυτές τις λέξεις τις παρατάσσει ως βλοσυρούς στρατιώτες σε μια ατέλειωτη πορεία μακροσκελέστατων προτάσεων, που νομίζεις ότι δεν θα τελειώσουν ποτέ.
Από τα παραπάνω καταλαβαίνετε τις δυσκολίες του μεταφραστή και για το λόγο αυτό μιλώ για άθλο. Πολλοί συγκρίνουν τον Broch με τον μεγάλο Joyce, επειδή και εκείνος δημιούργησε νέες λέξεις στα έργα του και ιδιαίτερα στο Finnegans Wake, εκείνος μάλιστα χρησιμοποίησε για τα σκοπό αυτό πάρα πολλές γλώσσες, ενώ ο Broch τουλάχιστον περιορίστηκε στη γερμανική.

Ένα έργο δύσκολο, εξόχως απαιτητικό, κουραστικό πολύ συχνά, που όμως άξιζε νομίζω τον χρόνο που του αφιέρωσα, αν μη τι άλλο για τη διαφορετικότητά του.

Μπορούμε να μάθουμε από τα λάθη των άλλων;


Ο αββάς Σιεγιές ένας από τους πρωτεργάτες και πιό έντιμους αγωνιστές της Γαλλικής Επανάστασης δεν πίστευε στη δυνατότητα των ανθρώπων να μαθαίνουν από τη διδασκαλία των άλλων. Όταν τον παρότρυναν οι φίλοι του να γράψει κάτι για να διδάξει, τους απαντούσε:
"Αλλίμονο σε όποιον διδάσκει. Οι άνθρωποι θέλουν και ανέχονται να τους είσαι αρεστός. Δεν ανέχονται να τους διδάξεις".
Όταν προς το τέλος της ζωής του ζούσε εξόριστος στο Βέλγιο πάλι αρνήθηκε να γράψει τις πλούσιες αναμνήσεις και εμπειρίες του:
"Για ποιό λόγο; έλεγε. Το έργο μας είναι αρκετά μεγάλο για να έχει ανάγκη από σχόλια. Οι πράξεις μας είναι εκείνες που θα διδάξουν όσους έχουν την περιέργεια να μάθουν τις σκέψεις μας, ενώ όλες οι προειδοποιήσεις μας θα είναι άχρηστες για να προφυλάξουν από τα λάθη μας εκείνους που θα έλθουν ύστερα από μας και που δεν θα αποκτήσουν τη σοφία μας παρά μόνο με το αντίτιμο των ίδιων συμφορών".