ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ
Κινήσαμε νωρίς
με του ύπνου την ονειρόσκονη
πλεγμένη στα ματοτσίνορα
Το διάβα μας ταχύ κι ανάλαφρο
παιάνες τα τραγούδια μας
κι η φύση γύρω πανηγύρι
Το μεσημέρι ξαποστάσαμε
φάγαμε το ψωμί κι' ήπιαμε το κρασί
στην υγειά των κοριτσιών μας
Τους απαντήσαμε σε μια καμπή του δρόμου
μίζεροι, γερασμένοι, ελεεινοί,
μόλις που το βλέμα σήκωσαν σαν μας είδαν
Ήτανε γέμα πια όταν στραφήκαμε να δούμε
καθώς αργά χανόταν πίσω μας οι γέροι
κάτι σαν να μας χαιρετίσανε μας φάνηκε
Γελάσαμε τότε και τους περιπαίξαμε
λίγο και θα μας τη χαλάγανε τη διάθεση
αν είχαμε αναγνωρίσει τους εαυτούς μας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου